Logo
Print this page

Οργανισμός Υπηρεσίας

ΤΡΑΠΕΖΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΣ

Από 18 Μαίου 1982
Φ.Ε.Κ., 344/4-6-82 Τευχ. Β΄

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

1995

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της από 18.5.1982 ΣΣΕ Οργανισμού Τραπέζης Μακεδονίας Θράκης.

ΑΡΘΡΟ 1: Γενικές διατάξεις 7

ΑΡΘΡΟ 2: Διαβάθμιση Προσωπικού 9
Α) Λογιστικός κλάδος
Β) Τεχνικός κλάδος
Γ) Δικαστικός κλάδος
Δ) Βοηθητικός κλάδος

ΑΡΘΡΟ 3: Οργανικές θέσεις 12

ΑΡΘΡΟ 4: Πρόσληψη Προσωπικού 12

ΑΡΘΡΟ 5: Αποδοχές 17

ΑΡΘΡΟ 6: Ατομικοί φάκελοι υπαλλήλων 19

ΑΡΘΡΟ 7: Προαγωγές 20

ΑΡΘΡΟ 8: Επετηρίδα Προσωπικού 21

ΑΡΘΡΟ 9: Στασιμότητα 22

ΑΡΘΡΟ 10: Χρόνος πραγματικής υπηρεσίας 24

ΑΡΘΡΟ 11: Μετατάξεις 24

ΑΡΘΡΟ 12: Μεταθέσεις 26

ΑΡΘΡΟ 13: Αποσπάσεις-Αναθέσεις υπηρεσίας εκτός έδρας

ΑΡΘΡΟ 14: Τίτλοι ειδικής υπηρεσίας- Δικαιώματα υπογραφής

ΑΡΘΡΟ 15: Απουσίες 28

ΑΡΘΡΟ 16: Καθήκοντα υπαλλήλων 29

ΑΡΘΡΟ 17: Υποχρεώσεις της Τράπεζας 31

ΑΡΘΡΟ 18: Οφειλόμενη εχεμύθεια 33

ΑΡΘΡΟ 19: Προσωπική κατάσταση 34

ΑΡΘΡΟ 20: Συμπεριφορά εκτός Τράπεζας
Πολιτικές Πεποιθήσεις
Άσκηση Δημοσιογραφίας
Δημιουργία χρεών 34

ΑΡΘΡΟ 21: Απαγόρευση τυχερών παιχνιδιών 35

ΑΡΘΡΟ 22: Αλλότρια καθήκοντα 35

ΑΡΘΡΟ 23: Άδειες, Ασθένειες 35

ΑΡΘΡΟ 24: Ώρες εργασίας 37

ΑΡΘΡΟ 25: Υπηρεσιακές στολές 38

ΑΡΘΡΟ 26: Λύση Υπαλληλικής σχέσεως 38

ΑΡΘΡΟ 27: Πειθαρχικά παραπτώματα 41

ΑΡΘΡΟ 28: Πειθαρχικές ποινές 42

ΑΡΘΡΟ 29: Πειθαρχική δικαιοδοσία- Υπηρεσιακά συμβούλια 42

ΑΡΘΡΟ 30: Συγκρότηση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων 44

ΑΡΘΡΟ 31: Λειτουργία των Υπηρεσιακών συμβουλίων 46

ΑΡΘΡΟ 32: Πειθαρχική διαδικασία 47

ΑΡΘΡΟ 33: Ένδικα μέσα κατά των πειθαρχικών αποφάσεων
και των αποφάσεων των υπηρεσιακών συμβουλίων 49

ΑΡΘΡΟ 34: Θέση υπαλλήλου στη διάθεση της Τράπεζας 50

ΑΡΘΡΟ 35: Τελικές διατάξεις 51

ΑΡΘΡΟ 36: Μεταβατικές διατάξεις 51

Υπηρεσιακή εγκύκλιος σειράς β΄αρ. 14/5.3.87

Θέμα: Ρύθμιση ειδικών θεμάτων της πειθαρχικής διαδικασίας 53

1. Δικογραφία 53

2. Κατηγορητήριο 53

3. Κλήση ενδιαφερόμενων 53

4. Κλήση μαρτύρων 54

5. Τρόπος εξέτασης μαρτύρων 54

6. Διάρκεια διοικητικής ανάκρισης 54

7. Χρόνος έναρξης και διάρκεια εκδίκασης 54

8. Παράσταση του κατηγορούμενου στην πειθαρχική δίκη 56

9. Κατάθεση απολογίας 56

10. Κοινοποίηση της απόφασης του πειθαρχικού συμβουλίου 56

11. Πρακτικά πειθαρχικού συμβουλίου 57

12. Προθεσμίες εφέσεων 57

13. Θέση διωκόμενου στη διάθεση της Τράπεζας 57

14. Λειτουργία των υπηρεσιακών συμβουλίων
ως πειθαρχικών και συμβουλίων κρίσης 57

15. Τροποποίηση της προηγούμενης διαδικασίας 57

16. Χρόνος ισχύος της παρούσης διαδικασίας 58

Δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβερνήσεως της από 18.5.1982 Σ.Σ.Ε. Οργανισμού Τραπέζης Μακεδονίας Θράκης.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν. 3239/55 όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από τα Ν.Δ. 3755/57, 186/69, 1198/72 ΚΑΙ 73/74.

2. Τις διατάξεις του Ν. 400/76 <<περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων>> αποφασίζουμε:

Όπως δημοσιευθη στην εφημερίδα της κυβερνήσεως η εν θέματι Σ.Σ.Ε., η οποία μας κατατέθηκε την 18.5.82 και συντάχθηκε το υπ. Αριθ. 98/82 πρακτικό καταθέσεως, της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:

Εν Αθήναις σήμερον την 18ην Μαίου 1982, εν τω καταστήματι του Υπουργείου Εργασίας και ενώπιον του Υπουργού Εργασίας κ. Α. Κακλαμάνη, μεταξύ αφ'ενός της εν Θεσσαλονίκη εδρευούσης ανωνύμου Τραπεζικής Εταιρίας υπό την επωνυμία <<Τράπεζα Μακεδονίας Θράκης Α.Ε.>> νομίμως εκπροσωπουμένης υπό του προέδρου του Δ.Σ. αυτής κ. Γ. Κουμβακάλη και αφ’ ετέρου του εν Θεσσαλονίκη εδρεύοντος επαγγελματικού Σωματείου υπό την επωνυμίαν <<Σύλλογος Εργαζομένων Τράπεζας Μακεδονίας Θράκης>> νομίμως εκπροσωπουμένου υπό του Προέδρου κ. Β. Συμεωνίδη και του Αντιπροέδρου αυτού κ. Καρακώστα, συνεφωνήθησαν και εγένοντο αμοιβαίως αποδεκτά τα ακόλουθα:

ΑΡΘΡΟΝ 1: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Α. Ο Οργανισμός αυτός ρυθμίζει τα θέματα, που αφορούν την κατάσταση του προσωπικού της Τράπεζας.

Β. Οι διατάξεις του νόμου, που ισχύουν σήμερα ή θα τεθούν σε ισχύ στο μέλλον, υπερισχύουν απέναντι στις διατάξεις του οργανισμού αυτού, εφόσον είναι ευνοϊκότερες για το προσωπικό.

Γ. Θέματα, που αφορούν την κατάσταση του προσωπικού και δεν ρυθμίζονται από τον οργανισμό αυτόν, θα ρυθμίζονται με συμφωνία ανάμεσα στην Τράπεζα και το Σύλλογο εργαζομένων στην Τράπεζα.

2. Α. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στις επόμενες διατάξεις της παραγράφου αυτής, στην έννοια του προσωπικού υπάγεται κάθε πρόσωπο που συνδέεται με την Τράπεζα με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.

Β. Δεν υπάγονται στον οργανισμό αυτόν, ανεξάρτητα από τη σύμβαση που τους συνδέει με την τράπεζα:

Α. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ακόμα και όταν συνδέονται με την Τράπεζα με ιδιαίτερη σύμβαση παροχής υπηρεσιών.

Β. Ο Γενικός Διευθυντής και οι ειδικοί σύμβουλοι διοικήσεως κάθε κατηγορίας.

Γ. Το προσωπικό το οποίο και προσλαμβάνεται και υπηρετεί στο εξωτερικό.

Δ. Οι γιατροί που ασχολούνται στην Τράπεζα.

Ε. Όσοι προσλαμβάνονται κατά την διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 4.

Γ. Υπάγονται στον οργανισμό αυτόν, ανεξάρτητα από τη σύμβαση που τους συνδέει με την Τράπεζα, οι μηχανικοί, οι αρχιτέκτονες και οι δικηγόροι που απασχολούνται στην Τράπεζα.

3. Α. Οι εργασίες της Τράπεζας διεξάγονται σύμφωνα με το νόμο, το καταστατικό της Τράπεζας και τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας, που παίρνονται σύμφωνα με το νόμο, το καταστατικό της και τον οργανισμό αυτόν.

Β. Στην Τράπεζα λειτουργούν διευθύνσεις και υπηρεσίες, των οποίων ο αριθμός, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες καθορίζονται κάθε φορά από το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας, σύμφωνα με τις ανάγκες της. Οι διευθύνσεις και οι υπηρεσίες ενεργούν σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας και κάνουν ότι χρειάζεται για την ταχεία και ακριβή εφαρμογή και εκτέλεση τους.

ΑΡΘΡΟ 2: ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

1. Το προσωπικό της Τράπεζας κατανέμεται στους ακόλουθους κλάδους:
Α. Λογιστικό κλάδο.
Β. Τεχνικό κλάδο.
Γ. Δικαστικό κλάδο.
Δ. Βοηθητικό κλάδο.

2. Η κατανομή και διαβάθμιση του προσωπικού σε κάθε κλάδο είναι η ακόλουθη:

Α' ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ:

Στον λογιστικό κλάδο ανήκει το προσωπικό, που δεν υπάγεται σε άλλο κλάδο.

Οι βαθμοί του κλάδου αυτού είναι:

Α. Δόκιμος
Β. Υπολογιστής Β'
Γ. Υπολογιστής Α'
Δ. Λογιστής Β'
Ε. Λογιστής Α'
ΣΤ. Υποτμηματάρχης
Ζ. Τμηματάρχης Β'
Η. Τμηματάρχης Α'
Θ. Συμπράττων Υποδιευθυντής
Ι. Υποδιευθυντής
Ια. Διευθυντής.

Β' ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ:

Στον τεχνικό κλάδο υπάγονται οι μηχανικοί και οι αρχιτέκτονες πτυχιούχοι Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων καθώς και οι πτυχιούχοι Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαιδεύσεως. Οι βαθμοί του κλάδου αυτού, με τους βαθμούς του λογιστικού στους οποίους αντιστοιχούν, είναι:

1. Για τους πτυχιούχους Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων:

Α. Μηχανικός Γ' (Υποτμηματάρχης)
Β. Μηχανικός Β' (Τμηματάρχης Β')
Γ. Μηχανικός Α' (Τμηματάρχης Α')
Δ. Επιμηχανικός (Συμπράττων Υποδιευθυντής)
Ε. Αρχιμηχανικός (Υποδιευθυντής)
ΣΤ. Διευθυντής (Διευθυντής)

2. Για τους πτυχιούχους Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαιδεύσεως.

Α. Βοηθός Υπομηχανικός Γ' (Δόκιμος)
Β. Βοηθός Υπομηχανικός Β' (Υπολογιστής Β')
Γ. Βοηθός Υπομηχανικός Α' (Υπολογιστής Α')
Δ. Υπομηχανικός Γ' (Λογιστής Β')
Ε. Υπομηχανικός Β’ (Λογιστής Α’)
Ε. Υπομηχανικός Α' (Υποτμηματάρχης)
Ζ. Προϊστάμενος Υπομηχανικός Β' (Τμηματάρχης Β')
Η. Προϊστάμενος Υπομηχανικός Α' (Τμηματάρχης Α')

Γ' ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ:

Στον δικαστικό κλάδο υπάγονται οι δικηγόροι που απασχολούνται με πάγια μηνιαία αμοιβή και παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε γραφεία που διαθέτει η Τράπεζα, ασκώντας το λειτούργημα τους στην περιφέρεια, όπου είναι διορισμένοι.

Δ' ΒΟΗΘΗΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ:

Στον βοηθητικό κλάδο υπάγονται οι τεχνίτες, οι οδηγοί αυτοκινήτων, οι κλητήρες, οι φύλακες, οι καθαρίστριες. Η διάκριση αυτή των υπαλλήλων του βοηθητικού κλάδου γίνεται βάσει των προσόντων με τα οποία προσλήφθηκαν και δεν είναι καθοριστική για τα καθήκοντα που τους ανατίθενται.

Οι βαθμοί του κλάδου αυτού είναι:

Α. Βοηθός Γ'
Β. Βοηθός Β'
Γ. Βοηθός Α'
Δ. Αρχιβοηθός.

3. Α. Η βαθμολογική διαβάθμιση του προσωπικού δε βρίσκεται σε συνάρτηση με τα υπηρεσιακά του καθήκοντα και δεν συνεπάγεται την απονομή αντίστοιχου τίτλου ή την ανάθεση αντίστοιχων καθηκόντων.
Η προαγωγή του υπαλλήλου σε ανώτερο βαθμό και η λήψη των αντίστοιχων αποδοχών δε δημιουργούν για την τράπεζα υποχρέωση να αναθέσει σε αυτόν ανάλογα καθήκοντα

Β. Η τοποθέτηση του προσωπικού και η ανάθεση υπηρεσιακών καθηκόντων σε κάθε υπάλληλο γίνονται με κριτήριο τις ανάγκες της Τράπεζας και τα υπηρεσιακά προσόντα του υπαλλήλου, χωρίς πάντως να διασαλεύεται η ιεραρχία στην μονάδα όπου αυτός ασκεί τα καθήκοντα του.

Γ. Όταν ο υπάλληλος τοποθετείται σε διαφορετική υπηρεσία, η ενημέρωση και η εκπαίδευση του μέχρι να αναλάβει τα νέα καθήκοντα του δεν μπορεί να διαρκεί περισσότερο από έξι συνεχείς μήνες.

ΑΡΘΡΟ 3: ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ

Οι οργανικές θέσεις καθορίζονται από την Τράπεζα ανάλογα με τις ανάγκες της και αφορούν τους βαθμούς από Τμηματάρχη Α' και πάνω.
Η Τράπεζα μπορεί να μεταβάλλει τη διάρθρωση των οργανικών θέσεων και να τροποποιεί τον αριθμό τους.

ΑΡΘΡΟ 4: ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

1. Α. Το προσωπικό προσλαμβάνεται στον πρώτο (εισαγωγικό) βαθμό κάθε κλάδου, με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στις επόμενες διατάξεις της παραγράφου αυτής.
Β. Όσοι έχουν πτυχίο Ανώτατης Σχολής ή ισότιμης σχολής του εξωτερικού, για τους οποίους ισχύουν όσα ορίζει η απόφαση του Δ.Δ.Δ.Α. αριθ. 36/1971, προσλαμβάνονται με τετραετή προώθηση και διορίζονται με βαθμό Υπολογιστή Β' και διετή προώθηση. Όσοι έχουν και δεύτερο πτυχίο ή πτυχίο μεταπτυχιακών σπουδών προσλαμβάνονται με προώθηση ενός επιπλέον έτους. Όσοι έχουν και δεύτερο πτυχίο ή πτυχίο μεταπτυχιακών σπουδών προσλαμβάνονται με προώθηση ενός επιπλέον έτους. Όσοι έχουν πτυχίο Ανώτερης Σχολής ή ισότιμης του εξωτερικού προσλαμβάνονται με διετή προώθηση και διορίζονται με βαθμό Υπολογιστή Β'. Τις προωθήσεις αυτές τις δικαιούνται και όσοι αποκτήσουν παρόμοιο πτυχίο ή πτυχία, κατά την διάρκεια της υπηρεσίας τους στην Τράπεζα.

Γ. Η Τράπεζα μπορεί να προσλαμβάνει υπαλλήλους και σε βαθμό ανώτερο από τον εισαγωγικό. Κατά τον τρόπο αυτό μπορεί να προσλαμβάνει ιδίως δικηγόρους, μηχανικούς, αρχιτέκτονες, οικονομολόγους, υπαλλήλους του κέντρου μηχανογραφήσεως και υπαλλήλους με αναγνωρισμένη τραπεζική εμπειρία.

Αν οι υπάλληλοι που προσλαμβάνονται κατά τον τρόπο αυτόν καταλάβουν οργανικές θέσεις, αυξάνονται ανάλογα ο αριθμός των θέσεων αυτών. Η αύξηση των οργανικών θέσεων συνεχίζεται και κατά την προαγωγή τους στους επόμενους βαθμούς.

Όταν περάσουν τρία χρόνια από τότε που θα τεθεί σε ισχύ ο οργανισμός αυτός, η Τράπεζα μπορεί να προσλαμβάνει κατά τη διάταξη αυτή υπαλλήλους με αναγνωρισμένη τραπεζική εμπειρία μόνο εφόσον κρίνει ότι οι ανάγκες της δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από το προσωπικό που υπάρχει και μόνο για την επάνδρωση νέων καταστημάτων στην πόλη της Θεσσαλονίκης μέχρι 5% του αριθμού των ετήσιων συνολικών προσλήψεων και σε άλλες πόλεις μέχρι 15% του αριθμού αυτού, εκτός από την Αθήνα και τον Πειραιά, για τις οποίες το ποσοστό καθορίζεται μέχρι 20% του ίδιου αριθμού.

2. Εκτός από το τακτικό προσωπικό, η Τράπεζα μπορεί, με σύμφωνη γνώμη του Συλλόγου, να προσλαμβάνει έκτακτο προσωπικό με σύμβαση έργου ή σύμβαση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, για την κάλυψη ειδικών και εκτάκτων υπηρεσιακών αναγκών.
Στην περίπτωση αυτή δεν ισχύει το όριο ηλικίας της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού και οι αποδοχές καθορίζονται ελεύθερα.

Εφόσον η Τράπεζα κρίνει ότι υπάρχει υπηρεσιακή ανάγκη, το προσωπικό αυτό μπορεί να ενταχθεί στο μόνιμο προσωπικό, κατά την διαδικασία της παραγράφου 6 του άρθρου αυτού.

Σε περίπτωση εντάξεως, ο χρόνος που ο υπάλληλος εργάσθηκε ως έκτακτος θεωρείται ως χρόνος υπηρεσίας.

Αν οι εντασσόμενοι υπάλληλοι καταλάβουν οργανικές θέσεις, αυξάνεται ανάλογα ο αριθμός των θέσεων αυτών σε όλη την βαθμολογική τους εξέλιξη.

3. Προκειμένου να προσληφθούν από τη Τράπεζα στους εισαγωγικούς βαθμούς των αντίστοιχων κλάδων, οι υπάλληλοι δεν πρέπει να είναι μεγαλύτεροι από 30 χρονών και οι δικηγόροι και μηχανικοί 40 χρονών.

4. Α. Για την πρόσληψη από την Τράπεζα απαιτείται:

Α. Απολυτήριο δημοτικού για τους υπαλλήλους του βοηθητικού κλάδου. Δεν επιτρέπεται η πρόσληψη στον κλάδο αυτό υπαλλήλων, που έχουν απολυτήριο εξατάξιου γυμνασίου ή λυκείου.

Β. Απολυτήριο εξατάξιου γυμνασίου ή λυκείου για τους υπαλλήλους του λογιστικού κλάδου.

Γ. Πτυχίο Ανώτατης ή Ανώτερης Σχολής ή ισότιμης Σχολής του εξωτερικού για όσους υπάγονται στις περιπτώσεις του εδαφίου Β της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

Δ. Πτυχίο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ή Πολυτεχνικής Σχολής ή ισότιμης σχολής του εξωτερικού για τους μηχανικούς και τους αρχιτέκτονες.

Ε. Πτυχίο Σχολής Υπομηχανικών ή ΚΑΤΕΕ ή ισότιμης Σχολής του εξωτερικού για τους υπομηχανικούς.

ΣΤ. Καλή κατάσταση υγείας.

Τα προσόντα των οδηγών και των τεχνιτών καθορίζονται από την Τράπεζα κατά την πρόσληψη.

Για την πρόσληψη υπαλλήλων που υπάγονται στην περίπτωση του εδαφίου Γ' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού η Τράπεζα μπορεί να απαιτεί και ειδικά προσόντα ή γνώσεις.

Β. Δεν μπορεί να προσληφθεί από την Τράπεζα όποιος εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 22 του Π.Δ. 611/1977 <<περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κειμενον υπό τίτλον <<Υπαλληλικός Κώδιξ>> των ισχυουσών διατάξεων των αναφερόμενων εις την κατάστασιν των υπαλλήλων του δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου>>.

Γ. Ο υποψήφιος υποχρεούται να δεχθεί να εξετασθεί από τον Γιατρό της Τράπεζας ή του ταμείου υγείας, αν υπάρχει για να διαπιστωθεί η καλή κατάσταση της υγείας του. Παθήσεις ή βλάβες που κωλύουν την πρόσληψη του υποψήφιου είναι αυτές που ορίζονται όπως προβλέπει η διάταξη της παραγράφου 2 άρθρου 25 του π. δ. 611/1977 <<περί υπαλληλικού κώδικα>>.

5. Όσοι προσλαμβάνονται από την Τράπεζα πρέπει να προσκομίσουν τα εξής δικαιολογητικά:

Α. Πιστοποιητικό σπουδών.
Β. Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου.
Γ. Πιστοποιητικό εισαγγελίας ότι δεν διώκονται για ποινικό αδίκημα.
Δ. Πιστοποιητικό Δήμου ή της Κοινότητας όπου είναι εγγεγραμμένοι.
Ε. Ληξιαρχική πράξη γεννήσεως.
ΣΤ. Πιστοποιητικό στρατολογίας τύπου <<Α>> για τους άνδρες.
Ζ. Πιστοποιητικό εγγραφής στο τεχνικό επιμελητήριο για τους μηχανικούς και τους αρχιτέκτονες.
Η. Βεβαίωση εγγραφής στον δικηγορικό σύλλογο για τους δικηγόρους.

6. Α. Η πρόσληψη των υπαλλήλων των εδαφίων Α και Β της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού γίνεται ύστερα από διαγωνισμό.

Β. Η έναρξη στο μόνιμο προσωπικό των υπαλλήλων της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού γίνεται ύστερα από εσωτερικό διαγωνισμό.

7. Α. Ο διαγωνισμός που προβλέπεται από το εδάφιο Α της προηγούμενης παραγράφου είναι δημόσιος και γίνεται σε τόπο που ορίζει η Τράπεζα.

Β. Για την επάνδρωση νέων καταστημάτων με υπαλλήλους που προσλαμβάνονται στον εισαγωγικό βαθμό διενεργούνται τοπικοί διαγωνισμοί.

Γ. Οι διαγωνισμοί διεξάγονται από εξεταστική επιτροπή που ορίζει η Τράπεζα. Ένα από τα μέλη της επιτροπής υποδεικνύεται από τον σύλλογο εργαζομένων στην Τράπεζα. Η μη έγκαιρη υπόδειξη και η μη προσέλευση του μέλους αυτού στην επιτροπή δεν εμποδίζει την λειτουργία της.

8. Η πρόσληψη ανακοινώνεται με έγγραφο της Τράπεζας, που αποτελεί πρόταση για κατάρτιση συμβάσεως, με το οποίο καλείται ο ενδιαφερόμενος να αναλάβει υπηρεσία και καθορίζεται η ημερομηνία παρουσιάσεως του.

Αν ο ενδιαφερόμενος δεν παρουσιασθεί να αναλάβει υπηρεσία 10 ημέρες από την καθορισμένη ημερομηνία, θεωρείται ότι δεν αποδέχεται την πρόσληψη του. Αν ο ενδιαφερόμενος προσέλθει έγκαιρα, η Τράπεζα καταρτίζει μαζί του σύμβαση εξαρτημένης εργασίας για ένα χρόνο.

Προκειμένου να κριθεί αν ο υπάλληλος θα παραμείνει ή όχι στην υπηρεσία, μετά την πάροδο του χρόνου αυτού, η υπόθεση παραπέμπεται στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο και αποφαίνεται γι αυτό.

Αν ο υπάλληλος εξακολουθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του μετά την πάροδο του χρόνου αυτού, η σύμβαση αυτή θεωρείται ότι συνεχίζεται κατά τους όρους του άρθρου 26 και ο υπάλληλος εντάσσεται στο μόνιμο προσωπικό της Τράπεζας.

9. Σχετικά με την βαθμολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, ως ημερομηνία προσλήψεως (valeur) για όσους προσλαμβάνονται το πρώτο εξάμηνο του έτους θεωρείται η 1η Ιανουαρίου του ίδιου έτους και για όσους προσλαμβάνονται το δεύτερο εξάμηνο θεωρείται η 1η Ιουλίου.

ΑΡΘΡΟ 5: ΑΠΟΔΟΧΕΣ

1. Α. Οι κάθε είδους αποδοχές του προσωπικού της Τράπεζας εξομοιώνονται με τις αντίστοιχες αποδοχές του προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Η εξομοίωση αυτή θα είναι διαρκής και στο μέλλον, με την έννοια ότι κάθε μεταβολή των αποδοχών του προσωπικού της ΕΤΕ, θα συνεπάγεται αντίστοιχη μεταβολή των αποδοχών του προσωπικού της Τράπεζας. Δεδομένου ότι σαν βάση καθορισμού των κατά βαθμούς βασικών μισθών και των κάθε είδους λοιπών αποδοχών του προσωπικού της Τράπεζας. Δεδομένου ότι σαν βάση καθορισμού των κατά βαθμούς βασικών μισθών και των κάθε είδους λοιπών αποδοχών του προσωπικού της Τράπεζας, λαμβάνεται η αντιστοιχία του προσωπικού αυτού προς τους βαθμούς του προσωπικού της Ε.Τ.Ε. όπως διαμορφώνονται από τους ισχύοντες κάθε φορά Οργανισμούς ή κανονισμούς των δύο Τραπεζών, κάθε μεταβολή προς το καλύτερο της βαθμολογικής φύσεως του προσωπικού της Ε.Τ.Ε. και κάθε άλλη θεσμικής φύσεως παροχή, αυτόματα έχει εφαρμογή και στο προσωπικό της Τράπεζας. Για την καταβολή στο προσωπικό των οικονομικών ωφελημάτων που θα προκύπτουν κάθε φορά σύμφωνα με την παραπάνω ρύθμιση, θα εκδίδεται σχετική πράξη του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας. Τα οικονομικά αποτελέσματα ανατρέχουν στον χρόνο που δημιουργείται η σχετική υποχρέωση στην Ε.Τ.Ε. και καταβάλλονται από το χρόνο αυτό στο προσωπικό.

Β. Σε συνέχεια με τα παραπάνω, όλα αυτά που έχουν σχέση με την εξομοίωση (επιδόματα, προσαυξήσεις και κάθε άλλου είδους παροχές) είναι υποχρεωτικά και δεν ανακαλούνται.

Γ. Διευκρινίζεται ότι τα επιδόματα καθώς και οι κάθε είδους χρηματικές παροχές θα παρέχονται με τους ίδιους, ή ανάλογους όρους και τις ίδιες ή ανάλογες προϋποθέσεις που έχουν καθορισθεί από την Ε.Τ.Ε.

2. Οι αποδοχές προκαταβάλλονται κατά δεκαπενθήμερο.

3. Για τις ημέρες απουσίας χωρίς την συναίνεση της Τράπεζας δεν καταβάλλονται αποδοχές, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπει ο νόμος και η πάγια νομολογία.

ΑΡΘΡΟ 6: ΑΤΟΜΙΚΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

1. Για κάθε υπάλληλο τηρείται από την Τράπεζα ατομικός φάκελος, στον οποίο περιλαμβάνονται όλα τα έγγραφα που αφορούν τα προσόντα, την ηλικία, την οικογενειακή κατάσταση, το διορισμό, τη μισθοδοσία, τις προαγωγές, τις πειθαρχικές ποινές, τις άδειες, τα δελτία αξιολογήσεως, τη λύση της υπαλληλικής σχέσεως και γενικά όλα τα στοιχεία τα σχετικά με την σύμβαση εργασίας του υπαλλήλου.

2. Α. Το μήνα Οκτώβριο κάθε χρόνου συντάσσεται δελτίο αξιολογήσεως του υπαλλήλου με κρίσεις ιδίως για τις γνώσεις, την ειδικότητα, την επιμέλεια, την ευσυνειδησία και την επάρκεια στην εκτέλεση της εργασίας, το ήθος και την συμπεριφορά προς τους συναδέλφους του και το κοινό, σύμφωνα με όσα θα προβλέπονται από τον κανονισμό συντάξεως δελτίων αξιολογήσεως. Για όσους υπηρετούν δοκιμαστικά κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 4, το δελτίο αξιολογήσεως συντάσσεται μετά την συμπλήρωση 10 μηνών υπηρεσίας.

Β. Τα δελτία αξιολογήσεως υπαλλήλων συντάσσονται βάσει κανονισμού που θα καταρτισθεί με συμφωνία της Τράπεζας και του Συλλόγου των υπαλλήλων της.

3. Με αίτηση του ο υπάλληλος μπορεί να πάρει αντίγραφο του δελτίου αξιολογήσεως του.

4. Α. Όταν στο δελτίο αξιολογήσεως διατυπώνονται κρίσεις που συνεπάγονται στασιμότητα του υπαλλήλου κατά την παράγραφο 1 περίπτωση 6 του άρθρου 9, η Τράπεζα υποχρεούται να γνωστοποιήσει τις κρίσεις αυτές στον υπάλληλο.

Β. Ο υπάλληλος μπορεί, μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα που θα λάβει γνώση των κρίσεων αυτών, να κάμει προσφυγή στο αρμόδιο Συμβούλιο Παραπόνων.
Αν γίνει δεκτή η προσφυγή οι κρίσεις του δελτίου αξιολογήσεως αντικαθίστανται από την απόφαση του Συμβουλίου Παραπόνων.

ΑΡΘΡΟ 7: ΠΡΟΑΓΩΓΕΣ

1. Α. Οι προαγωγές αποφασίζονται από τα υπηρεσιακά συμβούλια (ως συμβούλια κρίσεως υπαλλήλων) μια φορά το χρόνο. Οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων είναι υποχρεωτικές για την Τράπεζα

Β. Οι προαγωγές ανάλογα με την (valeur) του υπαλλήλου, ισχύουν είτε από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους είτε από την 1η Ιουλίου του έτους κατά το οποίο αποφασίστηκαν.

Κατ' εξαίρεση οι προαγωγές, στο βαθμό του υποτμηματάρχη και υπομηχανικού Α' και πάνω ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έους. Τα οικονομικά οφέλη της προαγωγής και η (Valeur) του βαθμού αρχίζουν από το χρόνο ισχύος της προαγωγής.

Γ. Οι προαγωγές κοινοποιούνται το αργότερο σε διάστημα έξι μηνών από την ημέρα που ισχύουν (αντίστοιχη valeur)

2. Οι προαγωγές γίνονται κατά αρχαιότητα και κατ' εκλογή.

3. Α. Η προαγωγή στο βαθμό του Υπολογιστή Β' και βοηθού υπομηχανικού Β' γίνεται μόνο κατά αρχαιότητα, μετά την συμπλήρωση διετίας στο βαθμό του δόκιμου ή βοηθού υπομηχανικού Γ'.

Β. Οι προαγωγές στους βαθμούς του υπολογιστή Α' και βοηθού υπομηχανικού Α' και στους επόμενους μέχρι και το βαθμό του τμηματάρχη Β' και μηχανικού Β' γίνονται ως εξής:

Α. Κατ' αρχαιότητα μετά την συμπλήρωση τετραετίας στους βαθμούς υπολογιστή Β', υπολογιστή Α' και λογιστή Β' και τριετίας στους βαθμούς λογιστή Α' και υποτμηματάρχη.

Β. Κατ'εκλογή μετά την συμπλήρωση διετίας στους βαθμούς από υπολογιστή Β' μέχρι και υποτμηματάρχη.

Γ. Οι προαγωγές στους βαθμούς του τμηματάρχη Α' και μηχανικού Α' και πάνω γίνονται μόνο κατ' εκλογή και μετά τη συμπλήρωση τριετίας σε κάθε βαθμό και εφόσον υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις.

Δ. Οι προαγωγές του προσωπικού του βοηθητικού κλάδου, γίνονται μετά τη συμπλήρωση τετραετίας σε κάθε βαθμό. Οι προαγωγές αυτές γίνονται κατ' αρχαιότητα. Υπάλληλος του βοηθητικού κλάδου μπορεί να προαχθεί κατ' εκλογή μόνο μια φορά στην σταδιοδρομία του, μετά συμπλήρωσε διετούς υπηρεσίας στον κατεχόμενο βαθμό που πρέπει να είναι τουλάχιστον ο βαθμός του Βοηθού Β'.

4. Στις προαγωγές κατ' εκλογή λαμβάνονται υπόψη τα απαιτούμενα προσόντα και ιδίως το ήθος, η επαγγελματική και υπηρεσιακή ικανότητα, η ειδική εμπειρία, οι σπουδές, οι ξένες γλώσσες και η γενικότερη μόρφωση του υπαλλήλου, καθώς και οποιοδήποτε άλλο προσόν που θα προβλέπεται από τον κανονισμό συντάξεως δελτίο αξιολογήσεως. Εν πάση περιπτώσει για την κατ' εκλογή προαγωγή του υπαλλήλου απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη λίαν ικανοποιητικού δελτίου αξιολογήσεως.

ΑΡΘΡΟ 8: ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

1. Κάθε χρόνο συντάσσεται η επετηρίδα προσωπικού, που περιλαμβάνει κατά κλάδο και βαθμό, όλους τους υπαλλήλους, που υπηρετούν στην Τράπεζα την 1η Ιανουαρίου. Η επετηρίδα κοινοποιείται στο προσωπικό.

2. Η επετηρίδα περιλαμβάνει τους υπαλλήλους κατά σειρά αρχαιότητας και αναφέρει τα πιο κάτω στοιχεία:

Α. Αύξοντα αριθμό κατά κλάδο και βαθμό.
Β. Ονοματεπώνυμο.
Γ. Αριθμό μητρώου.
Δ. Χρονολογία γεννήσεως.
Ε. Χρονολογία προσλήψεως.
ΣΤ. Ημερομηνία προαγωγής ή εντάξεως στον κατεχόμενο βαθμό (valeur).

3. Στους ομοιόβαθμους προηγείται ο αρχαιότερος και σε περίπτωση που έχει προαχθεί ταυτοχρόνως προηγείται ο αρχαιότερος στον προηγούμενο βαθμό και σε περίπτωση νέας συμπτώσεως ο αρχαιότερος στην πρόσληψη.

ΑΡΘΡΟ 9: ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑ

1. Δεν μπορούν να προαχθούν και κρίνονται στάσιμοι οι υπάλληλοι που μετά την τελευταία προαγωγή τους:

Α. Απουσίασαν από την υπηρεσία αδικαιολόγητα πέρα από 30 ημέρες συνολικά, ή σε περίπτωση απουσίας για λόγους ασθενείας πάνω από τα χρονικά όρια της παραγράφου 2 άρθρου 10.

Β. Επέδειξαν ανικανότητα, ανεπάρκεια ή ακαταλληλότητα κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας, σύμφωνα με τον κανονισμό συντάξεως δελτίων αξιολογήσεως.

Γ. Υπέπεσαν σε πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο τους επιβλήθηκε ποινή τουλάχιστον εγγραφής επιπλήξεως και έχουν μικρή βαθμολογία κατά τα οριζόμενα από τον κανονισμό συντάξεως δελτίων αξιολογήσεως.

Δ. Υπέπεσαν σε σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο τους επιβλήθηκε ποινή τουλάχιστον ενός μηνός προσωρινής παύσεως.

2. Στην απόφαση για στασιμότητα ορίζεται και η χρονική διάρκεια της, που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από ένα χρόνο.

Ο χρόνος στασιμότητας δεν υπολογίζεται στο χρόνο για την προαγωγή ή για τη λήψη προσαυξήσεως, λόγω παραμονής στον ίδιο βαθμό, υπολογίζεται όπως για την λήψη του επιδόματος πολυετούς υπηρεσίας.

Μετά τη λήξη του χρόνου στασιμότητας ο υπάλληλος κρίνεται κανονικά κατά την επόμενη κρίση.

3. Η στασιμότητα κηρύσσεται με απόφαση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου.

Η απόφαση για στασιμότητα κοινοποιείται με έγγραφο στον ενδιαφερόμενο. Για την κοινοποίηση συντάσσεται αποδεικτικό. Αν ο ενδιαφερόμενος αρνείται να υπογράψει το αποδεικτικό, ο υπάλληλος που ενεργεί την επίδοση κάνει σχετική βεβαίωση στο αποδεικτικό, η οποία χρονολογείται και υπογράφεται από τον ίδιο και έναν άλλο παρόντα υπάλληλο.

4. Ο υπάλληλος που κηρύσσεται στάσιμος δικαιούται να κάμει προσφυγή κατά την παράγραφο 3 άρθρο 33. Στην περίπτωση β της παραγράφου 1 δικαιούται σε προσφυγή μόνο αν δεν έχει κάμει την προσφυγή που προβλέπει η παράγραφος 4 άρθρου 6.
5. Η απόφαση για στασιμότητα, που κηρύσσεται για τους λόγους της περιπτώσεως β της παραγράφου1 είναι αυτοδικαίως άκυρη, αν η δυσμενής κρίση στην οποία στηρίζεται δεν κοινοποιήθηκε στον υπάλληλο, κατά την παράγραφο 4 άρθρου 6.

ΑΡΘΡΟ 10: ΧΡΟΝΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

1. Πραγματική υπηρεσία θεωρείται ο χρόνος που ο υπάλληλος εργάσθηκε στην Τράπεζα πραγματικά. Συνεπώς, δεν υπολογίζεται στο χρόνο αυτόν ο χρόνος που ο υπάλληλος απουσίαζε από την υπηρεσία του για οποιοδήποτε λόγο, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά.

2. Ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας θεωρείται και ο χρόνος που ο υπάλληλος απουσίασε από την υπηρεσία του λόγω ασθενείας, εφόσον ο χρόνος αυτός δεν ξεπερνά συνολικά:

Α. Έξι μήνες για τους υπαλλήλους όπου έχουν στην Τράπεζα υπηρεσία μέχρι 10 χρόνια.

Β. Εννιά μήνες για τους υπαλλήλους που έχουν στην Τράπεζα υπηρεσία από 10 μέχρι 20 χρόνια.

Γ. Ένα χρόνο για τους υπαλλήλους που έχουν στην Τράπεζα 20 χρόνια και πάνω.

3. Ο χρόνος της υποχρεωτικής υπηρεσίας του υπαλλήλου στο στρατό, ως εφέδρου ή κληρωτού, θεωρείται επίσης χρόνος πραγματικής υπηρεσίας, εφόσον η στράτευση έγινε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Τράπεζα.

ΑΡΘΡΟ 11: ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ

1.Α. Η μετάταξη από το βοηθητικό κλάδο στο λογιστικό γίνεται εφόσον ο υπάλληλος έχει τουλάχιστον 2ετή πραγματική υπηρεσία στην Τράπεζα, καθώς και τα απαιτούμενα προσόντα σπουδών και ικανότητας , μετά από διαγωνισμό κατά το εδάφιο Α της παραγράφου 6 του άρθρου 4.

Β. Ο διαγωνισμός για μετάταξη γίνεται μια φορά το χρόνο, μέσα στο δεύτερο τρίμηνο. Σ' αυτόν δικαιούνται να μετάσχουν όσοι έχουν υποβάλει σχετική αίτηση μέχρι 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου χρόνου.

2.Α. Η μετάταξη από και προς τον τεχνικό και δικαστικό κλάδο δεν επιτρέπεται.

Β. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η μετάταξη από το λογιστικό κλάδο προς τον τεχνικό μετά δεκαετή πραγματική υπηρεσία του υπαλλήλου στην Τράπεζα, αν υπάρχουν υπηρεσιακές ανάγκες και εφόσον ο υπάλληλος έχει τα απαιτούμενα προσόντα σπουδών έπειτα από επιτυχή δοκιμασία.

Γ. Η δοκιμασία γίνεται κατά τη διάταξη του εδαφίου Β της προηγούμενης παραγράφου, εφαρμοσμένης αναλογικά.

3.Κατά την μετάταξη η ένταξη γίνεται ως εξής:

Α. Όσοι αποκτούν τα τυπικά προσόντα για μετάταξη εντάσσονται σε βαθμό και (valeur) που αντιστοιχεί στον αριθμό των ετών υπηρεσίας που προκύπτει με αφαίρεση δύο ετών από το σύνολο της υπηρεσίας τους στην Τράπεζα μέχρι 31 Δεκεμβρίου του έτους πριν από την μετάταξη.

Β. Το σύνολο του χρόνου, με βάση το οποίο γίνεται η βαθμολογική και μισθολογική ένταξη αυτών που μετατάσσονται, Δε μπορεί να ξεπερνά τα έξη έτη.

Γ. Αν μετά την ένταξη απομένει υπόλοιπο χρόνου υπηρεσίας, αυτό υπολογίζεται μόνο στο νέο βαθμό του νέου κλάδου, για προαγωγή στον αμέσως επόμενο βαθμό και προσαύξηση μισθού λόγω παραμονής στον ίδιο βαθμό.

4. Τα οικονομικά οφέλη από την μετάταξη εφόσον υπάρχουν, αρχίζουν από 1 Ιουλίου του έτους που γίνεται η μετάταξη.

ΑΡΘΡΟ 12: ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ

1.Α. Η Τράπεζα αν υπάρχει αποδεδειγμένη υπηρεσιακή ανάγκη, δικαιούται να μεταθέτει κάθε υπάλληλο από υπηρεσία σε υπηρεσία και από τόπο σε τόπο, μέσα στα όρια της Ελληνικής Επικράτειας. Για τη μετάθεση λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή κατάσταση, και η κατάσταση υγείας του υπαλλήλου.

Β. Η μετάθεση από τόπο σε τόπο μπορεί να γίνει μόνο προκειμένου να ανατεθεί στον υπάλληλο η εκτέλεση εργασιών για τις οποίες απαιτούνται ειδικές γνώσεις και πείρα και δε μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από ένα χρόνο. Χωρίς τη συναίνεση του υπαλλήλου, δεν επιτρέπεται νέα μετάθεση από τόπο σε τόπο μέσα σε πέντε χρόνια από την λήξη προηγούμενης παρόμοιας μεταθέσεως.

Οι περιορισμοί αυτοί δεν ισχύουν για διευθυντές, υποδιευθυντές και εντεταλμένους διευθύνσεως καταστημάτων.

2. Ο υπάλληλος που μετατίθεται από τόπο σε τόπο υποχρεούται να μεταβεί στην νέα τουθέση το αργότερο μέσα σε τριάντα 30 μέρες από την κοινοποίηση σ' αυτόν της σχετικής αποφάσεως. Μετά την παρέλευση των τριάντα ημερών ο υπάλληλος που δεν μεταβαίνει στη νέα του θέση θεωρείται ότι απέχει αδικαιολόγητα από τα καθήκοντα του και υπόκειται στις σχετικές κυρώσεις.

3. Ο υπάλληλος που μετατίθεται από τόπο σε τόπο χωρίς να το ζητήσει δικαιούται να πάρει οδοιπορικά έξοδα που καθορίζονται από την Τράπεζα, βοήθημα ίσο με το ένα δεύτερο του βασικού μισθού του δοκίμου για έξοδα πρώτης εγκαταστάσεως, καθώς και έξοδα στεγάσεως ανάλογα με τις στεγαστικές του ανάγκες.

ΑΡΘΡΟ 13: ΑΠΟΣΠΑΣΕΙΣ- ΑΝΑΘΕΣΕΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΚΤΟΣ ΕΔΡΑΣ

1. Η Τράπεζα, για να καλύψει προσωρινές ανάγκες, δικαιούται να αποσπά υπαλλήλους από τις υπηρεσίες της διοικήσεως και από το κεντρικό κατάστημα στα άλλα καταστήματα και αντίστροφα, καθώς και από κατάστημα σε κατάστημα και από υπηρεσία σε υπηρεσία, στην ίδια ή άλλη πόλη.

2.Α. Κατα την απόσπαση λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή κατάσταση και η κατάσταση υγείας του υπαλλήλου.

Β. Η απόσπαση δεν μπορεί να ορισθεί για χρόνο περισσότερο από δύο μήνες, μπορεί όμως να παραταθεί για ένα ακόμη μήνα. Μετά το πέρας του χρόνου αποσπάσεως, ο υπάλληλος που έχει αποσπασθεί επανέρχεται μέσα σε πέντε μέρες στη θέση που κατείχε πριν από την απόσπαση.

Γ. Μέσα σε δύο χρόνια δεν επιτρέπεται νέα απόσπαση του υπαλλήλου χωρίς τη συναίνεση του.

3. Οι υπάλληλοι που αποσπώνται σε άλλη πόλη δικαιούνται οδοιπορικά έξοδα και αποζημίωση εκτός έδρας, που καθορίζονται από την Τράπεζα.

4. Για εξυπηρέτηση έκτακτων βραχυχρόνιων υπηρεσιακών αναγκών η Τράπεζα δικαιούται να αναθέτει σε υπαλλήλους εκτέλεση υπηρεσίας εκτός της έδρας τους, καταβάλλοντας σ' αυτούς οδοιπορικά έξοδα τους, καταβάλλοντας σ' αυτούς οδοιπορικά έξοδα και αποζημίωση εκτός έδρας που καθορίζονται από την Τράπεζα.

ΑΡΘΡΟ 14: ΤΙΤΛΟΙ ΕΙΔΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ- ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ

1. Οι υπάλληλοι που ορίζονται για εκτέλεση ειδικής υπηρεσίας και ανάλογα με το είδος της, έχουν ειδικό τίτλο (όπως του Επιθεωρητή, Ελεγκτή, Κεντρικού Ταμία, Διευθυντή Καταστήματος κ.λ.π.), διατηρούν τον τίτλο αυτόν, εφόσον εκτελούν την ειδική υπηρεσία που τους έχει ανατεθεί. Ο τίτλος αυτός δεν αποτελεί βαθμό.

2. Η παροχή εξουσιοδοτήσεως ή δικαιώματος υπογραφής, που έχει σκοπό απλώς και μόνο την εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών αναγκών της Τράπεζας και γίνεται με ή χωρίς αντίστοιχη χρηματική παροχή, δεν παρακολουθεί τον βαθμό του υπαλλήλου. Συνεπώς , μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε χωρίς αυτό να σημαίνει υποβιβασμό ή μείωση του υπαλλήλου.

ΑΡΘΡΟ 15: ΑΠΟΥΣΙΕΣ

1. Υπάλληλος, που απουσιάζει από την υπηρεσία λόγω ασθενείας ή άλλης σοβαρής αιτίας, οφείλει να το ανακοινώσει αμέσως, μαζί με την αιτία της απουσίας, στην διεύθυνση διοικητικού, αν υπηρετεί στη διοίκηση, ή στο διευθυντή του καταστήματος του σε κάθε άλλη περίπτωση.

2. Ο υπάλληλος που απουσιάζει λόγω ασθενείας υποχρεούται να προσκομίσει δικαιολογητικό γιατρού του ΙΚΑ ή του ταμείου υγείας, αν υπάρχει, αλλιώς θεωρείται ότι απουσιάζει αδικαιολόγητα.

3. Διευθυντές αφενός και υπάλληλοι που κρατούν εμπιστευτικά κλειδιά της Τράπεζας αφετέρου Δε μπορούν να απομακρύνονται για οποιαδήποτε αιτία από την πόλη όπου υπηρετούν, χωρίς προηγούμενη άδεια.

4. Αν οι αδικαιολόγητες απουσίες του υπαλλήλου, υπολογιζόμενες σύμφωνα με το νόμο, ξεπερνούν τις 30 συνεχείς εργάσιμες μέρες, ο υπάλληλος όχι μόνο στερείται τις αντίστοιχες αποδοχές, αλλά και θεωρείται ότι αποχώρησε από την Τράπεζα με τη θέληση του.
Έπειτα από 30 συνεχείς εργάσιμες ημέρες απουσίας, η υπόθεση παραπέμπεται στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο,(ως πειθαρχικό), προκειμένου αυτό να κρίνει αν η απουσία ήταν αδικαιολόγητη. Μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, η Τράπεζα δεν αποδέχεται τις υπηρεσίες του υπαλλήλου.

ΑΡΘΡΟΝ 16: ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

1. Οι υπάλληλοι οφείλουν να καταβάλλουν κάθε επιμέλεια κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους. Οφείλουν, επίσης να προασπίζουν και να προάγουν με κάθε τρόπο τα συμφέροντα της Τράπεζας και να αφιερώνουν όλες τις γνώσεις και την πείρα τους στην ευόδωση των εργασιών της. Τέλος οφείλουν να τηρούν πιστά το ωράριο της Τράπεζας.
Οι υπάλληλοι ευθύνονται για κάθε ζημιά που προκαλείται στην Τράπεζα από πράξεις ή παραλείψεις τους κατά παράβαση του νόμου και των υποχρεώσεων τους.

2. Οι υπάλληλοι οφείλουν να τηρούν το καταστατικό της Τράπεζας και τον Οργανισμό αυτόν, τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου , τους ειδικούς κανονισμούς της Τράπεζας, καθώς και τις γενικές ή ειδικές οδηγίες και εντολές που εκδίδονται από τα όργανα, που είναι αρμόδια, κατά τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας. Οφείλουν, επίσης να συμμορφώνονται στις υπηρεσιακές εντολές και οδηγίες των προϊστάμενων τους και να εκτελούν κάθε εργασία που τους ανατίθεται.

3. Όταν ο υπάλληλος πιστεύει ότι η εντολή που του έχει δοθεί από τον προϊστάμενο του είναι αντίθετη προς τους κανονισμούς και τις οδηγίες της Τράπεζας, που προβλέπονται στην παράγραφο 2, ή επιζήμια για την Τράπεζα ή θίγει την αξιοπρέπεια του, οφείλει να ανακοινώσει τις επιφυλάξεις του στον προϊστάμενο του. Αν αυτός επιμένει στην εντολή, ο υπάλληλος υποχρεούται να την εκτελέσει. Δικαιούται, όμως, και σε σοβαρές περιπτώσεις υποχρεούται να αναφερθεί είτε στον άμεσα ανώτερο του προϊστάμενου του είτε στη διοίκηση της Τράπεζας.

4. Δεν επιτρέπεται στον υπάλληλο να δέχεται, άμεσα ή έμμεσα, δώρα για την εκτέλεση της υπηρεσίας του ή να εξασφαλίζει για τον εαυτό του ή τους οικείους του άλλα πλεονεκτήματα ή ωφελήματα.

5. Δεν επιτρέπεται η χρησημοποίηση τρίτων προσώπων και πλαγίων γενικά μέσων για επίτευξη υπηρεσιακής εύνοιας ή για πρόκληση ενέργειας ή μη εκτέλεση αποφάσεως που έχει ληφθεί αρμοδίως.

6. Οι διευθυντές και οι προϊστάμενοι οφείλουν να μεριμνούν για την εκπαίδευση και την επιμόρφωση του προσωπικού που υπάγεται σ' αυτούς στα θέματα των τραπεζικών εργασιών και της ορθής διεξαγωγής των.

7.Α. Οι προϊστάμενοι οφείλουν να φροντίζουν, ώστε οι υφιστάμενοι τους να γνωρίζουν κάθε εγκύκλιο ή οδηγία που αφορά τους ίδιους ή την υπηρεσία τους και να δίνουν σ' αυτούς κάθε αναγκαία διευκρίνιση. Επίσης, οφείλουν να παρακολουθούν την ακριβή τήρηση των εγκυκλίων και οδηγιών, καθώς εν γένει και της ευσυνείδητη εκτέλεση των καθηκόντων τους από τους υφισταμένους τους.

Β. Επίσης, υποχρεούνται να διατυπώνουν με αμεροληψία και ευθυκρισία στα αρμόδια κατά περίπτωση υπηρεσιακά όργανα τη γνώμη τους για την εργατικότητα, ικανότητα και συμπεριφορά των υφισταμένων τους και να αναφέρουν κάθε πράξη ή παράλειψη που είναι αντίθετη με την κανονική διεξαγωγή της υπηρεσίας ή μπορεί να δημιουργήσει αφορμή για παράπονα.

8. Οι υπάλληλοι οφείλουν να φροντίζουν για την ενημέρωση τους σχετικά με τις εγκυκλίους και οδηγίες που αφορούν την υπηρεσία τους.

Επίσης οφείλουν να παρακολουθούν τα εκπαιδευτικά προγράμματα που οργανώνονται από την Τράπεζα με σκοπό τη βελτίωση των γνώσεων και της αποδοτικότητας τους. Όταν η παρακολούθηση των προγραμμάτων αυτών γίνεται εκτός του ωραρίου εργασίας, οι υπάλληλοι δικαιούνται αποζημίωση για υπερωριακή απασχόληση. Δεν δικαιούνται τέτοια αποζημίωση για τα μαθήματα προπαιδεύσεως, όσοι προσλαμβάνονται δοκιμαστικά κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 4.

9. Οι υπάλληλοι οφείλουν να συμπεριφέρονται πρόθυμα και άμεμπτα κατά την επικοινωνία είτε μεταξύ τους είτε με το κοινό.

Προϊστάμενοι και υφιστάμενοι οφείλουν να επιδεικνύουν στις σχέσεις μεταξύ τους τον προσήκοντα σεβασμό.

10. Οι τακτικοί δικηγόροι της Τράπεζας παρέχουν τις υπηρεσίες τους κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες και επιπλέον, όποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις (όπως για την διεξαγωγή δικών, πλειστηριασμών, την υπογραφή συμβολαίων, τη συμμετοχή σε συσκέψεις κ.λ.π.).

Οι τακτικοί δικηγόροι της Τράπεζας απαγορεύεται να παρέχουν νομικές υπηρεσίες, δικαστικώς ή εξωδίκως, σε πελάτες της Τράπεζας χωρίς προηγούμενη άδεια της.

ΑΡΘΡΟ 17: ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

1.Ο υπάλληλος κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του πρέπει να απολαμβάνει
σεβασμό της προσωπικότητας και της αξιοπρέπειάς του.
2. Α. Η Τράπεζα δεν επιτρέπεται να καταρτίζει ατομικά με υπαλλήλους συμφωνίες
σχετικές με τη σύμβαση εργασίας, εφόσον αυτές προβλέπουν χαριστικές
παροχές προς τους υπαλλήλους.
Η τράπεζα μπορεί να καταρτίζει ελεύθερα τις συμβάσεις εργασίας με τους
υπαλλήλους που προσλαμβάνονται με βαθμό ανώτερο από τον εισαγωγικό κατά
το εδάφιο Γ παραγράφου 1 άρθρου 4.
Β. Η τράπεζα οφείλει να διαπραγματεύεται μόνο με το διοικητικό συμβούλιο του
συλλόγου των υπαλλήλων της γενικής φύσεως παροχές και άλλους όρους της
συμβάσεως εργασίας που δεν καλύπτονται από τον οργανισμό αυτόν.
3. Η Τράπεζα οφείλει:
Α. Να παρακρατεί από τον μισθό κάθε υπαλλήλου τις συνδικαλιστικές του
συνδρομές και να τις καταθέτει στο λογαριασμό καταθέσεων του Συλλόγου των
υπαλλήλων της.
Β. Να διευκολύνει το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου των υπαλλήλων της
στην άσκηση της συνδικαλιστικής του δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι δε θα
διαταράσσεται η ομαλή λειτουργία της υπηρεσίας της Τράπεζας.
Γ. Να μην έχει ανάμιξη στην συνδικαλιστική δραστηριότητα των υπαλλήλων.
Δ. Να φροντίζει, ώστε κατά το δυνατόν να εξασφαλίζει στους υπαλλήλους την
παροχή επαγγελματικών γνώσεων και τη χρήση σύγχρονων μηχανικών μέσων,
καθώς και τις απαραίτητες δυνατότητες που θα τους επιτρέψουν να αναπτύξουν
την αποδοτικότητά τους τόσο για το καλό της Τράπεζας όσο και για τη δική
τους επαγγελματική εξέλιξη.
Ε. Να φροντίζει, για τον ίδιο σκοπό, ώστε τις οδηγίες που απευθύνει στις
υπηρεσίες της, εφόσον δεν είναι απόρρητες, να τις πληροφορείται το προσωπικό
κατά τον ταχύτερο και πληρέστερο δυνατό τρόπο.
ΣΤ. Να ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων, κάθε φορά
που αυτό θα το ζητήσει, για τις προσλήψεις, μετατάξεις, και αποχωρήσεις
υπαλλήλων.
Ζ. Να παρέχει στο διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων κάθε στοιχείο
ή πληροφορία σχετικά με υπάλληλο, με την προϋπόθεση ότι αυτός θα έχει
συγκατατεθεί σ’ αυτό εγγράφως.
Η. Να τηρεί απέναντι στους υπαλλήλους την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.
Θ. Να αποσπά δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου του συλλόγου υπαλλήλων,
που υποδεικνύει το ίδιο το συμβούλιο, για συνδικαλιστικούς λόγους. Η
απόσπαση διαρκεί όσο και η θητεία του διοικητικού συμβουλίου.
Ι. Να επαναπροσλαμβάνει υπαλλήλους που θέτουν υποψηφιότητα για δημοτικές ή
βουλευτικές εκλογές, εφόσον αποτυγχάνουν ύ μετά την λήξη της θητείας τους.

ΑΡΘΡΟ 18: ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ

1.Οι υπάλληλοι οφείλουν να τηρούν απόλυτη εχεμύθεια για τις συναλλαγές και εργασίες της Τράπεζας, καθώς και για όλα τα μέτρα που παίρνει η Τράπεζα για τη διασφάλιση των συμφερόντων της, της περιουσίας της ή των υποθέσεων που της έχουν εμπιστευθεί.
2. Η παράβαση της υποχρεώσεως για εχεμύθεια αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. Η Τράπεζα επιφυλάσσεται για όλα τα δικαιώματα της στην περίπτωση αυτή.

ΑΡΘΡΟ 19: ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

1. Ο υπάλληλος οφείλει να ανακοινώνει στην Τράπεζα το γάμο του και κάθε μεταβολή που συμβαίνει στην προσωπική ή οικογενειακή του κατάσταση. Ο υπάλληλος δικαιούται τα σχετικά επιδόματα από την ανακοίνωση της μεταβολής. Αν η ανακοίνωση γίνει μέσα σε έξι μήνες, ο υπάλληλος δικαιούται τα επιδόματα από την επέλευση της μεταβολής.
2. Επίσης, ο υπάλληλος οφείλει να ανακοινώνει στην Τράπεζα τη διεύθυνση της
κατοικίας του.

ΑΡΘΡΟ 20: ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΕΚΤΟΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΙΣ
ΑΣΚΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΧΡΕΩΝ

1. Η συμπεριφορά του υπαλλήλου έξω από την Τράπεζα πρέπει να είναι ανεπίληπτη.
2. Ο υπάλληλος δεν ελέγχεται για τις πολιτικές και θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Απαγορεύεται όμως οι συζητήσεις και οι δραστηριότητες πολιτικής φύσεως μέσα στην Τράπεζα.
3. Ο υπάλληλος, όταν δημοσιογραφεί σε θέματα πολιτικής φύσεως, δε δικαιούται να μνημονεύει την ιδιότητα του υπαλλήλου της Τράπεζας. Δεν επιτρέπεται στον υπάλληλο να δημοσιογραφεί σε θέματα που μπορούν να δυσφημίσουν ή να βλάψουν τα συμφέροντα της Τράπεζας, εκτός αν πρόκειται για συνδικαλιστικά θέματα.
4. Δεν επιτρέπεται στους υπαλλήλους να αναλαμβάνουν υποχρεώσεις (απευθείας ή ως εγγυητές), τις οποίες αδυνατούν να εκπληρώσουν με το δικό τους εισόδημα ή τη δική τους περιουσία.
Υπάλληλοι που αδυνατούν να εκπληρώσουν υποχρεώσεις τους, που δεν οφείλονται σε αναίτια ατυχήματα, καλούνται από την Τράπεζα να αποδείξουν μέσα σε εύλογη προθεσμία, ότι τις εκπλήρωσαν.

ΑΡΘΡΟ 21: ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΥΧΕΡΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ

Απαγορεύεται στον υπάλληλο να συμμετέχει, συστηματικά ή δημόσια, σε τυχερά παιχνίδια με χρήματα.

ΑΡΘΡΟ 22: ΑΛΛΟΤΡΙΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

1.Οι υπάλληλοι δεν δικαιούνται να ασκούν επιχειρήσεις για λογαριασμό τους ή για λογαριασμό τρίτων και να ασχολούνται με πρόσθετες εργασίες δικές τους ή τρίτων, ή να είναι διαχειριστές ή μέλη διοικητικών συμβουλίων εταιριών, χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια της Τράπεζας.
Η Τράπεζα, προτού αποφασίσει, οφείλει να ακούσει τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του συλλόγου των υπαλλήλων.
2. Τέτοια άδεια δεν δίνεται όταν οι εργασίες;
Α) Αντιτίθενται στα συμφέροντα της Τράπεζας ή είναι ασυμβίβαστες με την
αξιοπρέπεια του υπαλλήλου και τη θέση του στην Τράπεζα.
Β) Ανάλογα με τη φύση τους, μπορούν να βάλουν σε αμφιβολία την ευσυνείδητη
άσκηση της υπηρεσίας του υπαλλήλου.


ΑΡΘΡΟ 23: ΑΔΕΙΕΣ, ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ

1. Τα θέματα αποχής του υπαλλήλου από την υπηρεσία διέπονται από την εργατική νομοθεσία με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στις ακόλουθες διατάξεις.
Α. Η άδεια κυοφορίας και λοχείας ορίζεται δύο μήνες προ και δύο μήνες μετά τον
τοκετό.
Β. Στους φοιτητές Ανώτερων και Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων χορηγείται
συνολικά κάθε χρόνο κανονική άδεια με αποδοχές 30 ημερών. Με την άδεια
αυτή συμψηφίζεται η κανονική ετήσια άδεια. Η φοιτητική αυτή άδεια χορηγείται
τόσα χρόνια όσα είναι τα έτη φοιτήσεως και δύο χρόνια ακόμη για τη λήψη του
πτυχίου. Φοιτητική άδεια δεν χορηγείται για την απόκτηση δεύτερου πτυχίου.
Γ. Υπάλληλος που έρχεται σε γάμο δικαιούται άδεια απουσίας έξι εργάσιμων
ημερών με αποδοχές. Η άδεια αυτή δε συμψηφίζεται με την κανονική.
Δ. Η αναρρωτική άδεια δε συμψηφίζεται με την κανονική. Η Τράπεζα μπορεί, για
λόγους ασθένειας, αναρρώσεως και υγείας γενικότερα, να χορηγεί άδεια
απουσίας με πλήρεις ή μερικές αποδοχές και πέρα από τα όρια που προβλέπει ο
νόμος.
Ε. Η Τράπεζα, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, μπορεί να χορηγεί έκτακτες
άδειες με ή χωρίς αποδοχές, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες. Η έκτακτη
άδεια δεν μπορεί να ξεπεράσει τον ένα μήνα το χρόνο. Μπορεί να ανανεωθεί για
ένα ακόμη μήνα κατά την κρίση της Τράπεζας, αν εξακολουθεί να συντρέχει
σπουδαίος λόγος. Η Τράπεζα μπορεί, κατά την κρίση της, να χορηγεί έκτακτες
άδειες χωρίς το χρονικό περιορισμό της προηγούμενης διατάξεως για
μεταπτυχιακές σπουδές ή μετεκπαίδευση σε θέματα τραπεζικών εργασιών.
Όλες αυτές, οι άδειες δεν συμψηφίζονται με την κανονική.
2.Α. Οι άδειες για λόγους υγείας ή κυήσεως και λοχείας παρέχονται βάσει
βεβαιώσεως του ΙΚΑ ή του ταμείου υγείας, αν υπάρχει.
Β. Η φοιτητική άδεια παρέχεται βάσει βεβαιώσεως του οικείου Εκπαιδευτικού
Ιδρύματος.
3.Για την κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος κανονικών αδειών, οι επικεφαλής
των μονάδων, τον Ιανουάριο κάθε χρόνου, προσκαλούν τους υπαλλήλους να
υποβάλουν αίτηση για χορήγηση άδειας, στην οποία να προσδιορίζεται ο
επιθυμητός χρόνος άδειας. Με βάση τις αιτήσεις που υποβάλλονται, καταρτίζεται
πίνακας με τη σειρά λήψεως της άδειας από κάθε υπάλληλο. Ο πίνακας
καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου και τις ανάγκες της υπηρεσίας.
Κατά την κατάρτιση του πίνακα λαμβάνονται υπόψη οι οικογενειακές ανάγκες των
υπαλλήλων και οι άδειες που τους έχουν χορηγηθεί κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα ώστε ο μισός αριθμός του προσωπικού να παίρνει
άδειες τους θερινούς μήνες. Ο πίνακας υποβάλλεται στη Διοίκηση της Τράπεζας
για έγκριση και παρακολούθηση της εφαρμογής του και θεωρείται οριστικός μετά
την έγκρισή του από τη Διοίκηση, οπότε και ανακοινώνεται στους υπαλλήλους.
Ο υπάλληλος οφείλει να κάνει χρήση της άδειας του κατά το χρόνο που ορίζεται
στον πίνακα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο υπάλληλος μπορεί να ζητήσει τη
μετάθεση του χρόνου της αδείας. Η μετάθεση γίνεται από την Τράπεζα, εφόσον δεν
διαταράσσεται η εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας. Με αίτηση του υπαλλήλου, η
Τράπεζα μπορεί να του χορηγεί την άδειά του και τμηματικά. Η άδεια μπορεί να
ανακληθεί από την Τράπεζα, αν συντρέχει σπουδαίος λόγος.

ΑΡΘΡΟ 24: ΩΡΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Οι ώρες εργασίας του προσωπικού καθορίζονται από την Τράπεζα βάσει του νόμου.

ΑΡΘΡΟ 25: ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΕΣ ΣΤΟΛΕΣ

1. Με απόφαση της Τράπεζας, που λαμβάνεται στα πλαίσια της γενικότερης μέριμνας για την ευπρεπή εμφάνιση του βοηθητικού προσωπικού και την άρτια λειτουργία των υπηρεσιών της, μπορεί να προβλεφθεί υποχρέωση του προσωπικού αυτού να φέρει ειδικές στολές ή σήματα κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του. Στην περίπτωση αυτή οι στολές και τα σήματα γίνονται με έξοδα της Τράπεζας.
2. Με απόφαση της Τράπεζας μπορεί να αναστέλλεται η υποχρέωση αυτή για ορισμένο χρόνο ή να καταργείται τελείως.

ΑΡΘΡΟ 26: ΛΥΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ

1. Α. Η σύμβαση μεταξύ της Τράπεζας και του προσωπικού είναι ορισμένου χρόνου και λύνεται αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας. Στη διάταξη αυτή δεν υπάγονται οι τακτικοί δικηγόροι της Τράπεζας επί μια 5ετία από την έναρξη της ισχύος του οργανισμού αυτού.
Υπάλληλος που έχει συμπληρώσει το 58ο έτος της ηλικίας του δικαιούται να αποχωρήσει από την υπηρεσία προ της συμπληρώσεως του 60ου έτους, εφόσον έχει πλήρεις τις προϋποθέσεις παροχής συντάξεως από το ΙΚΑ, χωρίς να χάνει το δικαίωμα αποζημιώσεως κατά το αμέσως επόμενο εδάφιο Β.
Για το προσωπικό που δεν συμπληρώνει πλήρεις τις προϋποθέσεις παροχής συντάξεως από το ΙΚΑ, η λύση της υπαλληλικής σχέσεως γίνεται αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας.
Οι υπάλληλοι που συμπληρώνουν τα πιο πάνω όρια ηλικίας κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους, αποχωρούν αυτοδικαίως την 1ην Ιανουαρίου του επόμενου έτους.
Β. Σε όσους αποχωρούν λόγω ορίου ηλικίας καταβάλλεται από την Τράπεζα αποζημίωση που προσδιορίζεται σύμφωνα με τον πίνακα που ακολουθεί. Για τη χορήγηση της αποζημιώσεως αυτής υπολογίζεται ως χρόνος υπηρεσίας και η προϋπηρεσίας του υπαλλήλου σε άλλες Τράπεζες του εσωτερικού ή του εξωτερικού, εφόσον γι’ αυτή δεν έχει καταβληθεί παρόμοια εφάπαξ αποζημίωση.

Χρόνος υπηρεσίας Αποζημίωση
1 έτους συμπληρωμένου μέχρι 4 ετών 2 μηνών
4 ετών συμπληρωμένων μέχρι 6 ετών 3 »
6 » » » 8 » 4 »
8 » » » 10 » 5 »
10 » » 6 »
11 » » 7 »
12 » » 8 »
13 » » 9 »
14 » » 10 »
15 » » 11 »
16 » » 12 »
17 » » 13 »
18 » » 14 »
19 » » 15 »
20 » » 16 »
21 » » 17 »
22 » » 18 »
23 » » 19 »
24 » » 20 »
25 » » 21 »
26 » » 22 »
27 » » 23 »
28 » και άνω 24 »

Γ. Η υποχρέωση της Τράπεζας για καταβολή αποζημιώσεως κατά τις προηγούμενες διατάξεις παύει να υπάρχει ή μειώνεται αντίστοιχα αν με εισφορές που βαρύνουν και αυτήν αναληφθεί η καταβολή της αποζημιώσεως αυτής, ολικά ή τμηματικά, από ασφαλιστικό φορέα. Η διάταξη αυτή ισχύει ακόμα και αν ο υπάλληλος δεν προσχώρησε στον ασφαλιστικό αυτόν φορέα, ενώ είχε δικαίωμα, ή δεν κατέβαλε τις εισφορές που τον βάρυναν.
2. Η σύμβαση εργασίας μεταξύ της Τράπεζας και του προσωπικού λύεται και πριν να συμπληρωθεί το όριο ηλικίας κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1, στις εξής περιπτώσεις:
Α. Με το θάνατο του υπαλλήλου.
Β. Αυτοδικαίως, λόγω αυθαίρετης απουσίας του υπαλλήλου περισσότερο από 30 συνεχείς εργάσιμες ημέρες, οπότε ο υπάλληλος θεωρείται ότι παραιτήθηκε με τη θέληση του, όπως ορίζει η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 15.
Γ. Με καταγγελία της τράπεζας για σπουδαίο λόγο, κατά τη διάταξη του άρθρου 672 Αστικού Κώδικα.
Η καταγγελία για σπουδαίο λόγο επιτρέπεται μόνο αν ο λόγος αυτός έχει βεβαιωθεί με απόφαση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου (ως πειθαρχικού).
3. Η σχέση που συνδέει την Τράπεζα με τους τακτικούς δικηγόρους λύεται για τους λόγους των παραγράφων 1 και 2, καθώς και με την οριστική αποβολή της ιδιότητος του δικηγόρου, κατά τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων.
4. Η Τράπεζα μπορεί να παρατείνει την παραμονή στην υπηρεσία υπαλλήλων, που συμπληρώνουν το όριο ηλικίας, για μία ή και περισσότερες φορές, αλλά για συνολικό χρόνο το πολύ μέχρι δύο έτη. Οι υπάλληλοι που παραμένουν με τον τρόπο αυτόν δεν περιλαμβάνονται στην επετηρίδα της Τράπεζας.

ΑΡΘΡΟ 27: ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ

Πειθαρχικά παραπτώματα είναι :
Α. Η αυθαίρετη απουσία από τα καθήκοντα, η αδικαιολόγητη μη έγκαιρη προσέλευση, η πριν την κανονική ώρα αποχώρηση από την υπηρεσία και η εκτέλεση στην Τράπεζα εργασίας ξένης προς τα υπηρεσιακά καθήκοντα. Επίσης, η αμέλεια και η μη έγκαιρη ή η πλημμελής εκτέλεση της οφειλόμενης υπηρεσίας.
Β. Η απείθεια στις εντολές ανωτέρων, η άρνηση ή παρέλκυση εκτελέσεως υπηρεσίας.
Γ. Η μη τήρηση της εχεμύθειας που οφείλεται κατά το άρθρο 18.
Δ. Η συστηματική ή η σε δημόσιο χώρο συμμετοχή με χρήματα σε τυχερά παιχνίδια.
Ε. Η απρεπής συμπεριφορά στους συναδέλφους ή το κοινό, που συναλλάσσεται με την Τράπεζα.
ΣΤ. Η ανάρμοστη διαγωγή έξω από την Τράπεζα.
Ζ. Η ανάληψη αλλότριων καθηκόντων χωρίς άδεια, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 22.
Η. Η χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων για επίτευξη υπηρεσιακής εύνοιας ή για πρόκληση ενέργειας ή ματαίωση αποφάσεως.
Θ. η παράβαση οποιασδήποτε διατάξεως του Οργανισμού αυτού.
Ι. Κάθε πράξη που απαγορεύεται από τους νόμους που αφορούν τις τραπεζικές εργασίες.
Η υποτροπή μετά την επιβολή της ποινής, θεωρείται ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωση.

ΑΡΘΡΟ 28: ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ

Για τα παραπτώματα του άρθρου 27, πέρα από άλλες ενδεχόμενες νόμιμες κυρώσεις, επιβάλλονται οι ακόλουθες ποινές, ανάλογα με την περίπτωση:
Α. Προφορική παρατήρηση.
Β. Έγγραφη επίπληξη.
Γ. Πρόστιμο μέχρι το ¼ του μισθού που αντιστοιχεί σε μια ημέρα εργασίας.
Δ. Προσωρινή παύση μέχρι 3 μήνες και στέρηση αποδοχών.

ΑΡΘΡΟ 29 : ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ- ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

1. Α. Στην Τράπεζα υπάρχουν τρία υπηρεσιακά συμβούλια: το πρωτοβάθμιο, το δευτεροβάθμιο και το ανώτερο. Τα συμβούλια αυτά λειτουργούν σε πρώτο και σε δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας ως:
α Συμβούλια κρίσεως, για να κρίνουν και να αποφασίζουν τις προαγωγές των υπαλλήλων.
β Συμβούλια παραπόνων, για να κρίνουν τις προσφυγές κατά την παράγραφο 4 άρθρο 6.
γ Πειθαρχικά συμβούλια με πειθαρχική δικαιοδοσία.
Β. Εκτός από τα υπηρεσιακά συμβούλια, πειθαρχική δικαιοδοσία έχουν, επίσης, ο διευθυντής διοικητικού, οι διευθυντές διοικήσεως και οι διευθυντές καταστημάτων.
2. Α. Ο διευθυντής διοικητικού έχει πειθαρχική δικαιοδοσία για όλους τους υπαλλήλους μέχρι και το βαθμό του Τμηματάρχη Β΄.
Οι διευθυντές διοικήσεως και οι διευθυντές καταστημάτων έχουν πειθαρχική δικαιοδοσία για τους υφισταμένους τους μέχρι και το βαθμό του Τμηματάρχη Β΄
Κατ’ εξαίρεση, οι διευθυντές καταστημάτων δεν έχουν τέτοια δικαιοδοσία, για τους υφισταμένους τους που έχουν δικαίωμα πρώτης υπογραφής.
Β. Όσοι έχουν πειθαρχική δικαιοδοσία κατά το προηγούμενο εδάφιο δικαιούνται να επιβάλλουν τις ποινές της προφορικής παρατηρήσεως και έγγραφης επιπλήξεως.
3. Α. Το πρωτοβάθμιο υπηρεσιακό συμβούλιο είναι αρμόδιο για τους υπαλλήλους με βαθμό μέχρι και του Τμηματάρχη Β΄.
Β. Σε πρώτο βαθμό λειτουργεί ως συμβούλιο κρίσεως και παραπόνων και ως πειθαρχικό συμβούλιο.
Γ. Σε δεύτερο βαθμό λειτουργεί ως πειθαρχικό και εξετάζει τις εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πειθαρχικών οργάνων τις παραγράφου 2.
4. Α. Το δευτεροβάθμιο υπηρεσιακό συμβούλιο σε πρώτο βαθμό λειτουργεί:
α Ως πειθαρχικό συμβούλιο και ως συμβούλιο παραπόνων και είναι αρμόδιο για τους υπαλλήλους με βαθμό Τμηματάρχη Α΄, Συμπράττοντα Υποδιευθυντή και Υποδιευθυντή και
β Ως συμβούλιο κρίσεως και είναι αρμόδιο για τους υπαλλήλους με βαθμό Τμηματάρχη Α΄ και Συμπράττοντα Υποδιευθυντή.
Β. Το ίδιο συμβούλιο σε δεύτερο βαθμό εκδικάζει
α Τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του πρωτοβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου ως πειθαρχικού και
β Τις προσφυγές κατά των αποφάσεων του ίδιου συμβουλίου ως συμβουλίου κρίσεως και παραπόνων.
5. Α. Το ανώτερο υπηρεσιακό συμβούλιο σε πρώτο βαθμό λειτουργεί ως συμβούλιο κρίσεως, για τους Υποδιευθυντές και ως συμβούλιο παραπόνων και πειθαρχικό συμβούλιο για τους διευθυντές .
Β. Το ίδιο συμβούλιο σε δεύτερο βαθμό εκδικάζει τις εφέσεις και τις προσφυγές κατά των αποφάσεων του δευτεροβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου.
6. Τα υπηρεσιακά συμβούλια ως πειθαρχικά δικαιούνται να επιβάλλουν όλες τις ποινές.
7. Για τα πειθαρχικά παραπτώματα οι τακτικοί δικηγόροι της Τράπεζας υπάγονται στη δικαιοδοσία που προβλέπει ο Κώδικας περί Δικηγόρων.

ΑΡΘΡΟ 30: ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ

1. Τα υπηρεσιακά συμβούλια είναι πενταμελή.
2. Α. Από τα μέλη του πρωτοβάθμιου και του δευτεροβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου δύο υποδεικνύει η Τράπεζα, δύο το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων και ένα εκλέγει το ίδιο διοικητικό συμβούλιο από πίνακα υποψηφίων που καταρτίζει η Τράπεζα και που περιλαμβάνει τουλάχιστο 10 υπαλλήλους, εφόσον υπάρχουν. Από τον πίνακα αυτό εκλέγονται δύο τακτικά μέλη ( ανά ένα για κάθε συμβούλιο ) και δύο αναπληρωματικά μέλη ( πάλι ανά ένα για κάθε συμβούλιο ).
Β. Τα μέλη του πρωτοβάθμιου συμβουλίου πρέπει να έχουν βαθμό τουλάχιστον Τμηματάρχη Β΄ και τα μέλη του δευτεροβάθμιου τουλάχιστον Υποδιευθυντή. Ως μέλη του δευτεροβάθμιου συμβουλίου η Τράπεζα μπορεί να υποδεικνύει και μέλη του διοικητικού συμβουλίου της και το γενικό διευθυντή.
Γ. Τα μέλη των συμβουλίων δεν επιτρέπεται να έχουν βαθμό μικρότερο από αυτόν του υπαλλήλου που κρίνεται. Κατ’ εξαίρεση, το ένα από τα μέλη που υποδεικνύει το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων μπορεί να είναι ο πρόεδρος , ο αντιπρόεδρος ή ο γενικός γραμματέας του συμβουλίου αυτού ανεξάρτητα από το βαθμό που έχει.
Δ. Στην δεύτερη περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου ο υπάλληλος που κρίνεται μπορεί να αρνηθεί την συμμετοχή στο υπηρεσιακό συμβούλιο του μέλους που έχει υποδειχθεί από το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων, αν αυτό έχει βαθμό μικρότερο από αυτόν που έχει ο ίδιος ( ο κρινόμενος).
3. Α. Από τα μέλη του ανώτερου υπηρεσιακού συμβουλίου τέσσερα υποδεικνύει η
Τράπεζα και ένα το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων.
Β. Τα μέλη που υποδεικνύει η Τράπεζα μπορεί να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου της, ο γενικός διευθυντής και υπάλληλοι με βαθμό τουλάχιστον υποδιευθυντή, όχι πάντως κατώτερο από αυτόν του κρινόμενου. Το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων μπορεί να υποδείξει μόνο τον πρόεδρο του, τον αντιπρόεδρο ή τον γενικό γραμματέα του.
Γ. Το εδάφιο Δ της προηγούμενης παραγράφου ισχύει και για το ανώτερο υπηρεσιακό συμβούλιο.
4. Α. Το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου κάθε χρόνου η Τράπεζα παραδίνει στο
Διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων τον πίνακα που προβλέπει το εδάφιο Α της παραγράφου 2.
Β. Το δεύτερο δεκαήμερο του ίδιου μήνα το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου υπαλλήλων με έγγραφο του γνωστοποιεί στην Τράπεζα τα μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων που υποδεικνύει το ίδιο και τα μέλη που εκλέγει από τον κατάλογο του εδαφίου Α. Συγχρόνως γνωστοποιεί και τους αναπληρωτές όλων αυτών. Αν παραλείψει να κάμει την γνωστοποίηση αυτή, η Τράπεζα συγκροτεί ελεύθερα τα υπηρεσιακά συμβούλια.
Γ. Το τρίτο δεκαήμερο του μήνα αυτού η Τράπεζα συγκροτεί τα υπηρεσιακά συμβούλια για τον επόμενο χρόνο με πράξη στην οποία ορίζονται τα μέλη τους και οι αναπληρωτές τους. Με την ίδια πράξη ορίζονται οι πρόεδροι των συμβουλίων με τους αναπληρωτές τους από τα μέλη που υποδεικνύει η Τράπεζα, τα μέλη που θα εκτελούν χρέη εισηγητών και οι υπάλληλοι που θα εκτελούν χρέη γραμματέων των συμβουλίων.
Δ. Αν εκλείψει μέλος υπηρεσιακού συμβουλίου και ο αναπληρωτής του, η Τράπεζα ορίζει αντικαταστάτες τους κατά τους όρους και τη διαδικασία των προηγούμενων διατάξεων του άρθρου αυτού. Η διάταξη αυτή ισχύει και για τους εισηγητές και τους γραμματείς των υπηρεσιακών συμβουλίων.

ΑΡΘΡΟ 31: ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ

1. Τα υπηρεσιακά συμβούλια, όταν λειτουργούν ως συμβούλια κρίσεως συνέρχονται τακτικά μια φορά το χρόνο κατά μήνα Οκτώβριο.
Σε κάθε άλλη περίπτωση συνέρχονται εφόσον υπάρχει ανάγκη.
2. Α. Τα υπηρεσιακά συμβούλια βρίσκονται σε απαρτία όταν είναι παρόντα τρία
τουλάχιστον από τα μέλη τους.
Β. Στην σύνθεση των υπηρεσιακών συμβουλίων, όταν λειτουργούν σε δεύτερο βαθμό, δεν μπορεί να μετέχει αυτός που εξέδωσε την απόφαση ή πράξη κατά της οποίας γίνεται έφεση ή προσφυγή, ή αυτός που μετείχε στο υπηρεσιακό συμβούλιο που εξέδωσε την απόφαση αυτή. Αν λόγω των περιορισμών αυτών δεν μπορεί να συγκροτηθεί το δευτεροβάθμιο υπηρεσιακό συμβούλιο, η υπόθεση εισάγεται στο ανώτερο υπηρεσιακό συμβούλιο.
3. Α. Οι αποφάσεις παίρνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Σε
περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
Β. Λευκή ψήφος ή άρνηση ψήφου δεν επιτρέπονται.

ΑΡΘΡΟ 32: ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1. Ο υπάλληλος που διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα, πριν να του επιβληθεί ποινή, καλείται από την Τράπεζα σε έγγραφη απολογία μέσα σε εύλογη προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πέντε μέρες από την κοινοποίηση. Η κλήση σε απολογία κοινοποιείται στον υπάλληλο με απόδειξη και αν αυτός αρνείται να την παραλάβει ή αγνοείται η διαμονή του, κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή. Η μη εμπρόθεσμη υποβολή της απολογίας, όταν η κλήση έχει επιδοθεί αποδειγμένα, δεν εμποδίζει την έκδοση αποφάσεως.
2. Ο καλούμενος, πριν να υποβάλλει την απολογία, δικαιούται να λάβει γνώση της δικογραφίας που τυχόν έχει σχηματισθεί και με την απολογία του να προτείνει μέχρι 2 μάρτυρες, τους οποίους οφείλει να εξετάσει αυτός που ασκεί την πειθαρχική εξουσία.
3. Αν τα στοιχεία που υπάρχουν δεν αποδεικνύουν σαφώς την ενοχή του κρινόμενου υπαλλήλου κατά την κρίση αυτού που ασκεί την πειθαρχική εξουσία, μπορεί αυτός να διατάξει τη διενέργεια διοικητικής ανακρίσεως για διερεύνηση της υποθέσεως και διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών. Η διενέργεια της ανακρίσεως αυτής είναι υποχρεωτική για παραπτώματα που μπορούν να επισύρουν ποινή προσωρινής παύσεως, καθώς και στην περίπτωση γ της παραγράφου 2 άρθρου 26. Η ανάκριση ανατίθεται σε υπάλληλο της Τράπεζας με βαθμό ανώτερο από αυτόν του κρινόμενου υπαλλήλου.
4. Για πειθαρχικά παραπτώματα, που κατά την κρίση των πειθαρχικών προϊσταμένων επισύρουν ποινή ανώτερη από αυτές της αρμοδιότητάς τους, η σχετική δικογραφία υποβάλλεται στη διοίκηση της Τράπεζας, η οποία παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο.
5. Ο υπάλληλος δικαιούται να παραστεί κατά την εκδίκαση της υποθέσεως του στο πειθαρχικό συμβούλιο, σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας, αυτοπροσώπως η με πληρεξούσιο δικηγόρο.
6. Η πειθαρχική απόφαση καταχωρείται στα πρακτικά και πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ανακοινώνεται με έγγραφο από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο στον ενδιαφερόμενο και στη διεύθυνση διοικητικού και σημειώνεται στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου.
7. Η πειθαρχική ποινή της προφορικής παρατηρήσεως ανακοινώνεται και αυτή της έγγραφης επιπλήξεως επιδίδεται αμέσως. Οι λοιπές ποινές εκτελούνται μόνον εφόσον οι αποφάσεις που τις επέβαλαν είναι ή έγιναν τελεσίδικες κατά την παράγραφο 1 εδάφιο Ι΄ του άρθρου 33, οπότε και καταχωρούνται στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου.
8. Τα πρόστιμα και οι μη καταβαλλόμενοι μισθοί όσων έχουν καταδικασθεί σε προσωρινή παύση κατατίθενται σύμφωνα με το νόμο.

ΑΡΘΡΟ 33: ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ

1. Α. Οι πειθαρχικές αποφάσεις που εκδίδονται σε πρώτο βαθμό, εκτός των
αποφάσεων του ανώτερου υπηρεσιακού συμβουλίου, υπόκεινται σε έφεση.
Β. Η έφεση ασκείται από τον υπάλληλο που καταδικάσθηκε, κατατίθεται στην
Τράπεζα και απευθύνεται ενώπιον του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου.
Γ. Η έφεση κατατίθεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε ημερών από
την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Αν περάσει άπρακτη η
προθεσμία αυτή, η απόφαση γίνεται τελεσίδικη.
Τελεσίδικη κατά την έκδοση της είναι η απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου
που κρίνει σε δεύτερο βαθμό και η απόφαση του ανώτερου υπηρεσιακού
συμβουλίου.
Δ. Το υπηρεσιακό συμβούλιο που εκδικάζει την έφεση δικαιούται να ακυρώσει ή
να μειώσει ή να επικυρώσει την ποινή που επέβαλε το πρωτοβάθμιο πειθαρχικό
όργανο.
2. Α. Όλες οι πειθαρχικές αποφάσεις, υπόκεινται σε αναψηλάφηση, εφόσον
αποκαλύφθηκαν νέα στοιχεία που αφορούν σαφώς την υπόθεση για την οποία
εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.
Β. Η αίτηση αναψηλαφήσεως ασκείται από τον υπάλληλο που καταδικάσθηκε,
κατατίθεται στην Τράπεζα και απευθύνεται ενώπιον του πειθαρχικού οργάνου
που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Γ. Η αίτηση αναψηλαφήσεως κατατίθεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία
τριάντα ημερών από τότε που τα νέα στοιχεία στα οποία στηρίζεται περιήλθαν
σε γνώση του καταδικασθέντος υπαλλήλου.
3. Α. Κατά των αποφάσεων των υπηρεσιακών συμβουλίων, εκτός του ανωτέρου,
που κρίνουν τον υπάλληλο μη προακτέο ή δε δέχονται πλήρως προσφυγή του
κατά δελτίου αξιολογήσεως, επιτρέπεται προσφυγή του υπαλλήλου αυτού.
Β. Η προσφυγή απευθύνεται ενώπιον του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου και
κατατίθεται στην Τράπεζα μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός μήνα από την
κοινοποίηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως.
Γ. Μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο της προθεσμίας του προηγούμενου
εδαφίου, συνέρχεται το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο προκειμένου να
εκδικάσει τις προσφυγές που έχουν ασκηθεί. Η απόφαση του συμβουλίου
αυτού, με την οποία γίνεται δεκτή η προσφυγή, εξαφανίζει την προσβαλλόμενη
απόφαση και, προκειμένου για προαγωγή, έχει τα ίδια αποτελέσματα με την
απόφαση με την οποία έγιναν οι προαγωγές από τις οποίες παραλείφθηκε ο
προσφεύγων.

ΑΡΘΡΟ 34:ΘΕΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

1. Με απόφαση της Τράπεζας μπορεί να τεθεί στη διάθεσή της υπάλληλος
οποιουδήποτε κλάδου και βαθμού, αν εκκρεμεί εναντίον του ποινική ή πειθαρχική δίωξη ή αν συντρέχουν άλλοι σοβαροί υπηρεσιακοί λόγοι που αφορούν τον υπάλληλο και ιδίως αν έχει κινηθεί εναντίον του η διαδικασία βεβαιώσεως του σπουδαίου λόγου προς καταγγελία της συμβάσεως του που προβλέπει η περίπτωση γ της παραγράφου 2 άρθρου 26.
2. Η θέση του υπαλλήλου στη διάθεση της Τράπεζας γίνεται για χρονικό διάστημα
μέχρις έξι μηνών, που μπορεί να παραταθεί με νέα απόφαση της μέχρι την τελεσίδικη έκβαση της ποινικής ή πειθαρχικής διαδικασίας ή της διαδικασίας της περιπτώσεως γ, της παραγράφου 2 άρθρου 26.
3. Η θέση υπαλλήλου στη διάθεση της Τράπεζας αποτελεί συντηρητικό μέτρο και
δεν θεωρείται ως ποινή. Ο χρόνος κατά τον οποίο διαρκεί λογίζεται ως χρόνος
πραγματικής υπηρεσίας.

ΑΡΘΡΟ 35: ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Όπου στον οργανισμό αυτόν αναφέρονται οι όροι «Τράπεζα» ή «διοίκηση της
Τράπεζας» ή «διοικητικό συμβούλιο της Τράπεζας» νοείται το διοικητικό συμβούλιο της Τράπεζας ή το όργανο στο οποίο με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου έχει ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα κατά τις διατάξεις του καταστατικού της Τράπεζας.
2. Όπου στον οργανισμό αυτόν αναφέρονται οι όροι «σύλλογος» ή «σύλλογος
υπαλλήλων» νοείται ο «Σύλλογος Εργαζομένων Τράπεζας Μακεδονίας Θράκης».Τα δικαιώματα που ο οργανισμός αυτός αναγνωρίζει στο σύλλογο αυτόν ή στο διοικητικό του συμβούλιο ασκούνται από το διοικητικό συμβούλιο.

ΑΡΘΡΟ 36: ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Για τον πρώτο ημερολογιακό χρόνο ενάρξεως της ισχύος του οργανισμού αυτού
το προσωπικό που υπηρετεί στην Τράπεζα εντάσσεται στην επετηρίδα προσωπικού που προβλέπει το άρθρο 8 με αποφάσεις των αρμόδιων υπηρεσιακών συμβουλίων.
2. Α. Κατά την ένταξη του προσωπικού στην επετηρίδα θα ληφθούν υπόψη τα εξής
στοιχεία:
α) Ο βαθμός στον οποίο αντιστοιχούν οι αποδοχές που προβλέπονται στη
σύμβαση προσλήψεως του υπαλλήλου όπως αυτές έχουν εξελιχθεί μέχρι την
έναρξη ισχύος του οργανισμού.
β) Τα δελτία αξιολογήσεως υπαλλήλων για το χρονικό διάστημα από την
πρόσληψη μέχρι την έναρξη ισχύος του οργανισμού.
Β. Η ένταξη θα γίνει βάσει των διατάξεων του οργανισμού αυτού, ιδίως όσον
αφορά τις προαγωγές.
3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού τα υπηρεσιακά συμβούλια
θα συγκροτηθούν μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του οργανισμού.
ΟΙ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ Α.Ε.
ΤΡΑΠΕΖΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ Α.Ε.
Γ.ΚΟΥΜΒΑΚΑΛΗΣ
ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΛΛΟΓΟ
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ
Β.ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ-Κ.ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ

Θεσσαλονίκη, 5.3.87
Σειρά Β΄
Αριθμός 14

ΘΕΜΑ: ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Η Εκτελεστική Επιτροπή της Τράπεζας με απόφασή της (Πρακτικό 6/308/4.2.87) ενέκρινε την εισήγηση της Διμερούς Επιτροπής με την οποία ρυθμίζονται ειδικά θέματα της πειθαρχικής διαδικασίας, όπως αυτά περιγράφονται αναλυτικά παρακάτω:

1.ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

Α. Η δικογραφία διαβάζεται από τον κατηγορούμενο και τα μέλη του Πειθαρχικού
Συμβουλίου, λόγω της ιδιομορφίας της πειθαρχικής διαδικασίας.
Β. Δίνεται η δυνατότητα αντιγραφής ή κράτησης σημειώσεων από τη δικογραφία,
από όσους έχουν δικαίωμα ανάγνωσής της.
Γ. Στον κατηγορούμενο και στα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου παραδίδεται
από τον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου επιστολή, στην οποία
απαριθμούνται πλήρως όλα τα έγγραφα που απαρτίζουν τη δικογραφία.

2.ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟ

Το κατηγορητήριο είναι πλήρες, σαφές και απολύτως ορισμένο.

3.ΚΛΗΣΗ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

Όλοι οι ενδιαφερόμενοι (μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου, μάρτυρες και
πειθαρχικά διωκόμενος) καλούνται 5 τουλάχιστον ημέρες πριν από την
συνεδρίαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

4. ΚΛΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Α. Οι μάρτυρες εξετάζονται κυρίως κατά το στάδιο της προδικασίας, ούτως ώστε
οι μαρτυρίες τους να ενσωματώνονται στον φάκελο της δικογραφίας προς
γνώση αυτών από τον κατηγορούμενο και τα μέλη του Πειθαρχικού
Συμβουλίου.
Β. Ορισμός Διοικητικού Ανακριτή για περιπτώσεις που δεν στοιχειοθετούν
σπουδαίο λόγο μπορεί να γίνει από τον Διευθυντή Προσωπικού, εφόσον το
κρίνει σκόπιμο.

5. ΤΡΟΠΟΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Η εξέταση των μαρτύρων από τον Ανακριτή θα γίνεται με τρόπο που διασφαλίζει πλήρως την ακρίβεια της κατάθεσης του μάρτυρα .Οι μαρτυρίες θα είναι ενυπόγραφες από τον μάρτυρα και δεν θα περιέχουν κρίσεις του ανακριτή.

6.ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΚΡΙΣΗΣ

Η Διοικητική Ανάκριση δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει τον 1 μήνα κατά την κοινή πειθαρχική διαδικασία και τους 2 μήνες κατά τη διαδικασία βεβαίωσης σπουδαίου λόγου και η διάρκεια της δεν προσμετράται στους χρόνους που προβλέπει η επόμενη παράγραφος.


7.ΧΡΟΝΟΣ ΕΝΑΡΞΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ

Διαπιστώνεται η επιθυμία τόσο της Διοίκησης της Τράπεζας όσο και του Συλλόγου να αρχίζει και να διαρκεί η πειθαρχική διαδικασία μέσα στις παρακάτω προθεσμίες, για την τήρηση των οποίων την ευθύνη έχουν τα Πειθαρχικά Συμβούλια και οι υπηρεσίες της Τράπεζας που εξυπηρετούν διοικητικά τη λειτουργία τους. Πρέπει να αναμένεται ότι τα Πειθαρχικά Συμβούλια θα καταβάλουν προσπάθεια για ακόμη παραπέρα σύντμηση της πειθαρχικής διαδικασίας.

α. Κοινή Πειθαρχική διαδικασία.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνέρχεται σε προθεσμία 1 μηνός από τη λήψη της απολογίας του κατηγορούμενου από την αρμόδια υπηρεσία της Τράπεζας και συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά τον μήνα.
Η διάρκεια εξέτασης της υπόθεσης κατά τον πρώτο βαθμό πειθαρχικής κρίσης, ολοκληρώνεται εντός 5 μηνών από τη λήψη της απολογίας του κατηγορούμενου, οπότε και εκδίδεται η απόφαση από το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
Η εξέταση της υπόθεσης κατά τον δεύτερο βαθμό ολοκληρώνεται μέσα σε 3 μήνες από την υποβολή έφεσης του κατηγορούμενου κατά της προσβαλλόμενης απόφασης, οπότε και εκδίδει την απόφασή του το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο.

β. Διαδικασία βεβαίωσης σπουδαίου λόγου
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνέρχεται εντός μηνός από την λήψη της απολογίας του κατηγορούμενου από την αρμόδια υπηρεσία της Τράπεζας και συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά το μήνα.
Η εξέταση της υπόθεσης κατά τον πρώτο βαθμό πειθαρχικής κρίσης ολοκληρώνεται εντός 6 μηνών. Στην προθεσμία αυτή δεν προσμετράται ο χρόνος που μεσολαβεί από τον ορισμό Διοικητικού Ανακριτή μέχρι την υποβολή της έκθεσής του στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο και τάσσει συγκεκριμένο χρόνο για την σύντομη διεξαγωγή της Διοικητικής Ανάκρισης, οπότε και εκδίδει την απόφασή του το Πειθαρχικό Συμβούλιο.
Η διάρκεια εξέτασης της υπόθεσης κατά το δεύτερο βαθμό πειθαρχικής κρίσης ολοκληρώνεται μέσα σε 4 μήνες από την υποβολή της έφεσης του κατηγορούμενου κατά της προσβαλλόμενης απόφασης (μη υπολογιζόμενου του χρόνου τυχόν συμπληρωματικής διοικητικής ανάκρισης) οπότε και εκδίδει την απόφασή του το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο.

8.ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΚΗ

Ο κατηγορούμενος παρίσταται αυτοπροσώπως ή δια του δικηγόρου του προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις του και να απολογηθεί ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Δίνεται επίσης στον κατηγορούμενο η δυνατότητα να παρίσταται αυτοπροσώπως και κατά τη διάρκεια εξέτασης των μαρτύρων, εφόσον δεν υπάρχει αντίρρηση από πλευράς του μάρτυρα.
Ο κατηγορούμενος δεν παρίσταται κατά το στάδιο εξέτασης των στοιχείων που απαρτίζουν το κατηγορητήριο από τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου και κατά το στάδιο τις διάσκεψης-λήψης απόφασης.

9.ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΑΠΟΛΟΓΙΑΣ

Στον παριστάμενο στη συνεδρίαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις του και να απολογηθεί, πειθαρχικά διωκόμενο υπάλληλο, τίθενται υπόψη του όλα τα στοιχεία των μαρτυρικών καταθέσεων. Η απολογία του κατηγορούμενου γίνεται μετά την ολοκλήρωση της δικογραφίας.

10.ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η τελική απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, πλήρως αιτιολογημένη, κοινοποιείται στον κατηγορούμενο καθώς και στα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

11.ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Στα πρακτικά του Πειθαρχικού Συμβουλίου που περιέχουν την απόφαση θα γίνεται μνεία όλων των εγγράφων που απαρτίζουν τη δικογραφία καθώς και των τυχόν καταθέσεων μαρτύρων ενώπιον του Συμβουλίου, των οποίων όμως το πλήρες περιεχόμενο θα βρίσκεται ενσωματωμένο σε πρακτικά προγενέστερων συνεδριάσεων του Συμβουλίου και με τη μορφή ακριβών αποσπασμάτων πρακτικών θα συμπεριλαμβάνονται στο φάκελο της δικογραφίας.

12. ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ ΕΦΕΣΕΩΝ

Οι προθεσμίες εφέσεων θα αρχίζουν από την κοινοποίηση της απόφασης και όχι από την γνωστοποίηση της ποινής.

13.ΘΕΣΗ ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

Η θέση σε διαθεσιμότητα για τους πειθαρχικά διωκόμενους υπαλλήλους εξετάζεται κατά περίπτωση από τη Διοίκηση της Τράπεζας. Στην περίπτωση αυτή η έναρξη της Πειθαρχικής διαδικασίας γίνεται μέσα σε ένα μήνα από τη θέση του υπαλλήλου στη διάθεση της Τράπεζας.

14.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ ΩΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ ΚΡΙΣΗΣ

Τα Υπηρεσιακά Συμβούλια λειτουργούν παράλληλα ως πειθαρχικά και ως συμβούλια κρίσης χωρίς να παρακωλύεται η μία λειτουργία τους από την άλλη.

15.Οι παραπάνω ρυθμίσεις τροποποιούν αντίστοιχα την ακολουθούμενη μέχρι σήμερα διαδικασία και πρακτική στα πλαίσια όσων ο Οργανισμός ορίζει σχετικά.

16. ΧΡΟΝΟΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Η παραπάνω ρύθμιση στα θέματα πειθαρχικής διαδικασίας που προαναφέρονται θα ισχύει καθ’ ολοκληρία σε νέες υποθέσεις, οι οποίες θα δημιουργηθούν στο μέλλον. Προκειμένου για εκκρεμείς υποθέσεις καθορίζεται ότι δεν ισχύουν οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στο χρόνο έναρξης και τη διάρκεια εκδίκασης των αντίστοιχων υποθέσεων. Στις περιπτώσεις αυτές οι προβλεπόμενοι χρόνοι ισχύουν υπολογιζόμενοι από την ημερομηνία ισχύος της παρούσας διαδικασίας. Οι υπόλοιπες ρυθμίσεις ισχύουν όπου πρακτικά είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν.

ΤΡΑΠΕΖΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ Α.Ε.
Χ.ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΣ Β..ΜΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

Facebook Twitter Google+ Pinterest
Template Design © Joomla Templates | GavickPro. All rights reserved.